πρυλεύσεις: Difference between revisions

From LSJ

ὁμοῦ ἦν καὶ ἔχειν τὴν πόλιν καὶ τὸ γένος ὅλον μετὰ τῆς πόλεως → it was much the same thing to have the city and to have the whole race together with the city

Source
(35)
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=pryleyseis
|Transliteration C=pryleyseis
|Beta Code=pruleu/seis
|Beta Code=pruleu/seis
|Definition=<b class="b3">ἐπὶ τῆς ἐκφορᾶς τῶν τελευτησάντων παρὰ τῷ ἱερεῖ</b>, Hsch.
|Definition=ἐπὶ τῆς ἐκφορᾶς τῶν τελευτησάντων παρὰ τῷ ἱερεῖ, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «ἐπὶ τῆς ἐκφορᾱς τῶν τελευσάντων παρὰ τῷ ἱερεῑ».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. συνδέεται με τον τ. [[πρυλέες]] και έχει σχηματιστεί μέσω ενός αμάρτυρου ρ. <i>πρυλεύω</i>. Αξιοσημείωτη [[είναι]] η θρησκευτική σημ. της λ. παράλληλα [[προς]] την στρατιωτική σημ. του τ. [[πρυλέες]].
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «ἐπὶ τῆς ἐκφορᾱς τῶν τελευσάντων παρὰ τῷ ἱερεῖ».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. συνδέεται με τον τ. [[πρυλέες]] και έχει σχηματιστεί μέσω ενός αμάρτυρου ρ. <i>πρυλεύω</i>. Αξιοσημείωτη [[είναι]] η θρησκευτική σημ. της λ. παράλληλα [[προς]] την στρατιωτική σημ. του τ. [[πρυλέες]].
}}
}}

Latest revision as of 09:24, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρυλεύσεις Medium diacritics: πρυλεύσεις Low diacritics: πρυλεύσεις Capitals: ΠΡΥΛΕΥΣΕΙΣ
Transliteration A: pryleúseis Transliteration B: pryleuseis Transliteration C: pryleyseis Beta Code: pruleu/seis

English (LSJ)

ἐπὶ τῆς ἐκφορᾶς τῶν τελευτησάντων παρὰ τῷ ἱερεῖ, Hsch.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «ἐπὶ τῆς ἐκφορᾱς τῶν τελευσάντων παρὰ τῷ ἱερεῖ».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με τον τ. πρυλέες και έχει σχηματιστεί μέσω ενός αμάρτυρου ρ. πρυλεύω. Αξιοσημείωτη είναι η θρησκευτική σημ. της λ. παράλληλα προς την στρατιωτική σημ. του τ. πρυλέες.