ὅδισμα: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled

Source
(3b)
m (Text replacement - " A.''Pers.''" to " A.''Pers.''")
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=odisma
|Transliteration C=odisma
|Beta Code=o(/disma
|Beta Code=o(/disma
|Definition=ατος, τό<b class="b3">, πολύγομφον ὅ</b>. <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">a way</b> compact with bolts, i.e. Xerxes' bridge over the Hellespont, <span class="bibl">A.<span class="title">Pers.</span>71</span> (lyr.).</span>
|Definition=-ατος, τό<b class="b3">, πολύγομφον ὅ.</b> a [[way]] compact with bolts, i.e. Xerxes' bridge over the Hellespont, [[Aeschylus|A.]]''[[The Persians|Pers.]]''71 (lyr.).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0292.png Seite 292]] τό, πολύγομφον, Aesch. Pers. 71, die von Xerxes über den Hellespont geschlagene Schiffbrücke, die vielverbundene Straße.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0292.png Seite 292]] τό, πολύγομφον, Aesch. Pers. 71, die von Xerxes über den Hellespont geschlagene Schiffbrücke, die vielverbundene Straße.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />[[route]], [[voyage]].<br />'''Étymologie:''' [[ὁδός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὅδισμα:''' ατος τό путь, дорога: ὅ. πολύγομφον Aesch. крепко сколоченная дорога (о мосте Ксеркса через Геллеспонт) Aesch.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὅδισμα''': τό, (ὡς ἐκ ῥήματ. ὁδίζω), πολύγομφον ὅδ., ὁδὸς συνηρμοσμένη διὰ πολλῶν γόμφων, δηλ. ἡ τοῦ Ξέρξου [[γέφυρα]] [[ὑπὲρ]] τὸν Ἑλλήσποντον, Αἰσχύλ. Πέρσ. 71.
|lstext='''ὅδισμα''': τό, (ὡς ἐκ ῥήματ. ὁδίζω), πολύγομφον ὅδ., ὁδὸς συνηρμοσμένη διὰ πολλῶν γόμφων, δηλ. ἡ τοῦ Ξέρξου [[γέφυρα]] [[ὑπὲρ]] τὸν Ἑλλήσποντον, Αἰσχύλ. Πέρσ. 71.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />route, voyage.<br />'''Étymologie:''' [[ὁδός]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὅδισμα:''' -ατος, τό (όπως αν προερχόταν από το <i>ὁδίζω</i>), [[περιοχή]] απ' όπου διέρχεται [[δρόμος]], [[τμήμα]] γέφυρας, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''ὅδισμα:''' -ατος, τό (όπως αν προερχόταν από το <i>ὁδίζω</i>), [[περιοχή]] απ' όπου διέρχεται [[δρόμος]], [[τμήμα]] γέφυρας, σε Αισχύλ.
}}
}}
{{elru
{{mdlsj
|elrutext='''ὅδισμα:''' ατος τό путь, дорога: ὅ. πολύγομφον Aesch. крепко сколоченная дорога (о мосте Ксеркса через Геллеспонт) Aesch.
|mdlsjtxt=[[ὅδισμα]], ατος, τό, [as if from ὁδίζω]<br />a [[road]]-way, Aesch.
}}
}}

Latest revision as of 10:45, 17 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὅδισμα Medium diacritics: ὅδισμα Low diacritics: όδισμα Capitals: ΟΔΙΣΜΑ
Transliteration A: hódisma Transliteration B: hodisma Transliteration C: odisma Beta Code: o(/disma

English (LSJ)

-ατος, τό, πολύγομφον ὅ. a way compact with bolts, i.e. Xerxes' bridge over the Hellespont, A.Pers.71 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 292] τό, πολύγομφον, Aesch. Pers. 71, die von Xerxes über den Hellespont geschlagene Schiffbrücke, die vielverbundene Straße.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
route, voyage.
Étymologie: ὁδός.

Russian (Dvoretsky)

ὅδισμα: ατος τό путь, дорога: ὅ. πολύγομφον Aesch. крепко сколоченная дорога (о мосте Ксеркса через Геллеспонт) Aesch.

Greek (Liddell-Scott)

ὅδισμα: τό, (ὡς ἐκ ῥήματ. ὁδίζω), πολύγομφον ὅδ., ὁδὸς συνηρμοσμένη διὰ πολλῶν γόμφων, δηλ. ἡ τοῦ Ξέρξου γέφυρα ὑπὲρ τὸν Ἑλλήσποντον, Αἰσχύλ. Πέρσ. 71.

Greek Monotonic

ὅδισμα: -ατος, τό (όπως αν προερχόταν από το ὁδίζω), περιοχή απ' όπου διέρχεται δρόμος, τμήμα γέφυρας, σε Αισχύλ.

Middle Liddell

ὅδισμα, ατος, τό, [as if from ὁδίζω]
a road-way, Aesch.