οκταστάδιος: Difference between revisions

From LSJ

Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch

Menander, Monostichoi, 441
m (Text replacement - "<i>τὸ [[" to "τὸ [[")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀκταστάδιος]] και [[ὀκτωστάδιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[μήκος]] ίσο με [[οκτώ]] στάδια<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[ὀκταστάδιον]]<br />[[μήκος]] [[οκτώ]] σταδίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[στάδιον]] (<b>πρβλ.</b> <i>εξα</i>-[[στάδιος]])].
|mltxt=[[ὀκταστάδιος]] και [[ὀκτωστάδιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[μήκος]] ίσο με [[οκτώ]] στάδια<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[ὀκταστάδιον]]<br />[[μήκος]] [[οκτώ]] σταδίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[στάδιον]] ([[πρβλ]]. [[εξαστάδιος]])].
}}
}}

Latest revision as of 14:55, 8 May 2023

Greek Monolingual

ὀκταστάδιος και ὀκτωστάδιος, -ον (Α)
1. αυτός που έχει μήκος ίσο με οκτώ στάδια
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ὀκταστάδιον
μήκος οκτώ σταδίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + στάδιον (πρβλ. εξαστάδιος)].