πολύφανος: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=polyfanos | |Transliteration C=polyfanos | ||
|Beta Code=polu/fanos | |Beta Code=polu/fanos | ||
|Definition= | |Definition=πολύφανον, [[with many torches]], ἑορτά Alcm.34.2. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει πολλούς φανούς, δηλ. αυτός που τελείται με πολλές λαμπάδες («[[πολύφανος]] ἑορτά», Α<br />λειμ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[φανός]] «[[λαμπάδα]]»]. | |mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει πολλούς φανούς, δηλ. αυτός που τελείται με πολλές λαμπάδες («[[πολύφανος]] ἑορτά», Α<br />λειμ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[φανός]] «[[λαμπάδα]]»]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:18, 25 August 2023
English (LSJ)
πολύφανον, with many torches, ἑορτά Alcm.34.2.
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που έχει πολλούς φανούς, δηλ. αυτός που τελείται με πολλές λαμπάδες («πολύφανος ἑορτά», Α
λειμ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + φανός «λαμπάδα»].