Ἰόνιος: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+), (\w+)<\/b>" to "$1, $2")
m (elru replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=Ionios
|Transliteration C=Ionios
|Beta Code=&#42;)io/nios
|Beta Code=&#42;)io/nios
|Definition=[<b class="b3">ῑ], α, ον,</b> (Ἰώ) <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[of]] or [[called after Io]], epith. of the sea between Epirus and Italy, at the mouth of the Adriatic sea, across which Io swam, πόντιος μυχὸς . . Ἰόνιος κεκλήσεται, τῆς σῆς πορείας μνῆμα <span class="bibl">A.<span class="title">Pr.</span> 840</span>; another expl. in <span class="bibl">Theopomp.Hist.125</span>; Ἰ. κόλπος <span class="bibl">Hdt.6.127</span>, <span class="bibl">Th.1.24</span>; [[θάλασσα]], [[πόρος]], <span class="bibl">Pi.<span class="title">P.</span>3.68</span>, <span class="bibl"><span class="title">N.</span>4.53</span>; also simply ὁ Ἰόνιος <span class="bibl">Th. 6.30</span>; later Ἰόνιον πέλαγος <span class="title">AP</span>6.251 (Phil.).</span>
|Definition=[ῑ], α, ον, (Ἰώ) of or [[called after Io]], [[epithet]] of the sea between Epirus and Italy, at the mouth of the Adriatic sea, across which Io swam, πόντιος μυχὸς.. Ἰόνιος κεκλήσεται, τῆς σῆς πορείας μνῆμα [[Aeschylus|A.]]''[[Prometheus Vinctus|Pr.]]'' 840; another expl. in Theopomp.Hist.125; Ἰ. κόλπος [[Herodotus|Hdt.]]6.127, Th.1.24; [[θάλασσα]], [[πόρος]], Pi.''P.''3.68, ''N.''4.53; also simply ὁ Ἰόνιος Th. 6.30; later Ἰόνιον πέλαγος ''AP''6.251 (Phil.).
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />d'Ionie, ionien ; ὁ [[Ἰόνιος]] ([[πόρος]] <i>ou</i> [[πόντος]]) THC la mer Ionienne.<br />'''Étymologie:''' [[Ἴων]].
}}
{{elru
|elrutext='''Ἰόνιος:''' (ῑο) ионический, ионийский Her. etc.<br /><b class="num">II</b> (sc. [[πόντος]] или [[πόρος]]) Ионическое море Thuc., Arst., Diod. etc.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''Ἰόνιος''': ῑ, α, ον, (Ἰὼ) ὀνομασθεὶς ἐκ τοῦ ὀνόματος τῆς Ἰοῦς, [[Ἰόνιος]] [[κόλπος]] ἢ [[πόρος]], ἡ [[θάλασσα]] μεταξὺ τῆς Ἠπείρου καὶ Ἰταλίας, κατὰ τὸ [[ἄνοιγμα]] τῆς Ἀδριατικῆς θαλάσσης, ἢν διεκολύμβησεν ἡ Ἰώ, [[πόντιος]] μυχὸς... [[Ἰόνιος]] κεκλήσεται, τῆς σῆς πορείας [[μνῆμα]] Αἰσχύλ. Πρ. 839, πρβλ. Ἡρόδ. 6. 127, Πινδ. Ν. 4. 87, Θουκ., κλ.˙ [[ὡσαύτως]] [[ἁπλῶς]], ὁ [[Ἰόνιος]] ὁ αὐτ. 6. 30˙ βραδύτερον, Ἰόνιον [[πέλαγος]] Ἀνθ. Π. 6. 251, πρβλ. [[Ἰωνικός]]. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 211.
|lstext='''Ἰόνιος''': ῑ, α, ον, (Ἰὼ) ὀνομασθεὶς ἐκ τοῦ ὀνόματος τῆς Ἰοῦς, [[Ἰόνιος]] [[κόλπος]] ἢ [[πόρος]], ἡ [[θάλασσα]] μεταξὺ τῆς Ἠπείρου καὶ Ἰταλίας, κατὰ τὸ [[ἄνοιγμα]] τῆς Ἀδριατικῆς θαλάσσης, ἢν διεκολύμβησεν ἡ Ἰώ, [[πόντιος]] μυχὸς... [[Ἰόνιος]] κεκλήσεται, τῆς σῆς πορείας [[μνῆμα]] Αἰσχύλ. Πρ. 839, πρβλ. Ἡρόδ. 6. 127, Πινδ. Ν. 4. 87, Θουκ., κλ.˙ [[ὡσαύτως]] [[ἁπλῶς]], ὁ [[Ἰόνιος]] ὁ αὐτ. 6. 30˙ βραδύτερον, Ἰόνιον [[πέλαγος]] Ἀνθ. Π. 6. 251, πρβλ. [[Ἰωνικός]]. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 211.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />d’Ionie, ionien ; ὁ [[Ἰόνιος]] ([[πόρος]] <i>ou</i> [[πόντος]]) THC la mer Ionienne.<br />'''Étymologie:''' [[Ἴων]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Ἰόνιος:''' [ῑ], -α, -ον (Ἰώ), αυτός που χαρακτηρίζει ή πήρε το όνομά του από την Ιώ· [[Ἰόνιος]] [[κόλπος]] ή [[πόρος]], η [[θάλασσα]] [[μεταξύ]] της Ηπείρου και της Ιταλίας στην οποία κολύμπησε η Ιώ, σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.
|lsmtext='''Ἰόνιος:''' [ῑ], -α, -ον (Ἰώ), αυτός που χαρακτηρίζει ή πήρε το όνομά του από την Ιώ· [[Ἰόνιος]] [[κόλπος]] ή [[πόρος]], η [[θάλασσα]] [[μεταξύ]] της Ηπείρου και της Ιταλίας στην οποία κολύμπησε η Ιώ, σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''Ἰόνιος:''' (ῑο) ионический, ионийский Her. etc.<br /><b class="num">II</b> ὁ (sc. [[πόντος]] или [[πόρος]]) Ионическое море Thuc., Arst., Diod. etc.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Ἰ¯όνιος, η, ον [Ἰώ]<br />of or called [[after]] Io, [[Ἰόνιος]] [[κόλπος]] or [[πόρος]], the sea [[between]] [[Epirus]] and [[Italy]], [[across]] [[which]] Io swam, Hdt., Aesch., etc.
|mdlsjtxt=Ἰ¯όνιος, η, ον [Ἰώ]<br />of or called [[after]] Io, [[Ἰόνιος]] [[κόλπος]] or [[πόρος]], the sea [[between]] [[Epirus]] and [[Italy]], [[across]] [[which]] Io swam, Hdt., Aesch., etc.
}}
}}

Latest revision as of 22:13, 21 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἰόνιος Medium diacritics: Ἰόνιος Low diacritics: Ιόνιος Capitals: ΙΟΝΙΟΣ
Transliteration A: Iónios Transliteration B: Ionios Transliteration C: Ionios Beta Code: *)io/nios

English (LSJ)

[ῑ], α, ον, (Ἰώ) of or called after Io, epithet of the sea between Epirus and Italy, at the mouth of the Adriatic sea, across which Io swam, πόντιος μυχὸς.. Ἰόνιος κεκλήσεται, τῆς σῆς πορείας μνῆμα A.Pr. 840; another expl. in Theopomp.Hist.125; Ἰ. κόλπος Hdt.6.127, Th.1.24; θάλασσα, πόρος, Pi.P.3.68, N.4.53; also simply ὁ Ἰόνιος Th. 6.30; later Ἰόνιον πέλαγος AP6.251 (Phil.).

French (Bailly abrégé)

α, ον :
d'Ionie, ionien ; ὁ Ἰόνιος (πόρος ou πόντος) THC la mer Ionienne.
Étymologie: Ἴων.

Russian (Dvoretsky)

Ἰόνιος: (ῑο) ионический, ионийский Her. etc.
II ὁ (sc. πόντος или πόρος) Ионическое море Thuc., Arst., Diod. etc.

Greek (Liddell-Scott)

Ἰόνιος: ῑ, α, ον, (Ἰὼ) ὀνομασθεὶς ἐκ τοῦ ὀνόματος τῆς Ἰοῦς, Ἰόνιος κόλποςπόρος, ἡ θάλασσα μεταξὺ τῆς Ἠπείρου καὶ Ἰταλίας, κατὰ τὸ ἄνοιγμα τῆς Ἀδριατικῆς θαλάσσης, ἢν διεκολύμβησεν ἡ Ἰώ, πόντιος μυχὸς... Ἰόνιος κεκλήσεται, τῆς σῆς πορείας μνῆμα Αἰσχύλ. Πρ. 839, πρβλ. Ἡρόδ. 6. 127, Πινδ. Ν. 4. 87, Θουκ., κλ.˙ ὡσαύτως ἁπλῶς, ὁ Ἰόνιος ὁ αὐτ. 6. 30˙ βραδύτερον, Ἰόνιον πέλαγος Ἀνθ. Π. 6. 251, πρβλ. Ἰωνικός. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 211.

Greek Monotonic

Ἰόνιος: [ῑ], -α, -ον (Ἰώ), αυτός που χαρακτηρίζει ή πήρε το όνομά του από την Ιώ· Ἰόνιος κόλπος ή πόρος, η θάλασσα μεταξύ της Ηπείρου και της Ιταλίας στην οποία κολύμπησε η Ιώ, σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.

Middle Liddell

Ἰ¯όνιος, η, ον [Ἰώ]
of or called after Io, Ἰόνιος κόλπος or πόρος, the sea between Epirus and Italy, across which Io swam, Hdt., Aesch., etc.