πλακωτή: Difference between revisions

m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=plakoti
|Transliteration C=plakoti
|Beta Code=plakwth/
|Beta Code=plakwth/
|Definition=ἡ, a form of [[καδμεία]] (cf. πλακίτης ''ΙΙ''), Dsc.5.74.
|Definition=ἡ, a form of [[καδμεία]] (cf. [[πλακίτης]] ''ΙΙ''), Dsc.5.74.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡ, Α [[πλακώ]]<br />[[είδος]] ορυκτού που χρησίμευε ως [[φάρμακο]] για τα μάτια, πλακῑτις.
|mltxt=ἡ, Α [[πλακώ]]<br />[[είδος]] ορυκτού που χρησίμευε ως [[φάρμακο]] για τα μάτια, πλακῖτις.
}}
}}

Latest revision as of 14:46, 6 February 2024

English (LSJ)

ἡ, a form of καδμεία (cf. πλακίτης ΙΙ), Dsc.5.74.

Greek Monolingual

ἡ, Α πλακώ
είδος ορυκτού που χρησίμευε ως φάρμακο για τα μάτια, πλακῖτις.