ᾅδης: Difference between revisions

From LSJ

ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis

Source
m (Text replacement - "τοῦ" to "τοῦ")
m (Text replacement - "<b>NT</b>" to "NT")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=v. [[ᾍδης]].<br /><b>[[NT]]</b>: région infernale, endroit [[sombre]], noir
|btext=v. [[ᾍδης]].<br />[[NT]]: région infernale, endroit [[sombre]], noir
}}
}}
{{Abbott
{{Abbott
|astxt=[[ᾅδης]], -ου, ὁ [in [[LXX]] ehiefly for שְׁאוֹל, [[also]] for דּוּמָה, מָוֶת, etc. ;] <br /><b class="num">1.</b>in Hom., [[Hades]] ([[Pluto]]), the [[god]] of the [[underworld]]. <br /><b class="num">2.</b>the [[abode]] of [[Hades]], the underivorld; in NT, the [[abode]] of departed spirits, [[Hades]]: ἐν τ. ᾅ., Lk 16:23; [[εἰς]] ᾅ., Ac 2:27,31; πύλαι ᾅδου, Mt 16:18; κλεῖς τοῦ ᾅ., Re 1:18; metaph., [[ἕως]] ᾅ., Mt 11:23, Lk 10:15; personified, Re 6:8 20:13,14 (Cremer, 67, 610; MM, VGT, s.v.). †
|astxt=[[ᾅδης]], -ου, ὁ [in [[LXX]] ehiefly for שְׁאוֹל, [[also]] for דּוּמָה, מָוֶת, etc. ;] <br /><b class="num">1.</b>in Hom., [[Hades]] ([[Pluto]]), the [[god]] of the [[underworld]]. <br /><b class="num">2.</b>the [[abode]] of [[Hades]], the underivorld; in NT, the [[abode]] of departed spirits, [[Hades]]: ἐν τ. ᾅ., Lk 16:23; εἰς ᾅ., Ac 2:27,31; πύλαι ᾅδου, Mt 16:18; κλεῖς τοῦ ᾅ., Re 1:18; metaph., [[ἕως]] ᾅ., Mt 11:23, Lk 10:15; personified, Re 6:8 20:13,14 (Cremer, 67, 610; MM, VGT, s.v.). †
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR

Latest revision as of 07:50, 15 November 2023

French (Bailly abrégé)

v. ᾍδης.
NT: région infernale, endroit sombre, noir

English (Abbott-Smith)

ᾅδης, -ου, ὁ [in LXX ehiefly for שְׁאוֹל, also for דּוּמָה, מָוֶת, etc. ;]
1.in Hom., Hades (Pluto), the god of the underworld.
2.the abode of Hades, the underivorld; in NT, the abode of departed spirits, Hades: ἐν τ. ᾅ., Lk 16:23; εἰς ᾅ., Ac 2:27,31; πύλαι ᾅδου, Mt 16:18; κλεῖς τοῦ ᾅ., Re 1:18; metaph., ἕως ᾅ., Mt 11:23, Lk 10:15; personified, Re 6:8 20:13,14 (Cremer, 67, 610; MM, VGT, s.v.). †

English (Strong)

from Α (as negative particle) and εἴδω; properly, unseen, i.e. "Hades" or the place (state) of departed souls: grave, hell.

Greek Monotonic

ᾅδης: ή Ἅιδης, -ου, ὁ, στον Όμηρ. επίσης Ἀΐδης, -αο και -εω· Δωρ. Ἀΐδας, · υπάρχει επίσης και γεν. Ἄϊδος, δοτ. Ἄϊδι (όπως αν προερχόταν από το Ἄϊς)· (από α- στερητικό, ἰδεῖν
I. Άδης ή Πλούτωνας (πρβλ. Πλούτων), ο θεός του Κάτω Κόσμου, ο γιος του Κρόνου και της Ρέας, αδελφός του Δία· Ζεὺς καὶ ἐγώ, τρίτατος δ' Ἀΐδης, σε Ομήρ. Ιλ.· ονομάζεται και Ζεὺς καταχθόνιος, στο ίδ.· εἰν ή εἰς Ἀΐδαο (ενν. δόμοις, δόμους), στον Κάτω Κόσμο, σε Όμηρ.· εἰν Ἄϊδος, σε Ομήρ. Ιλ.· ἐν Ἅιδου, ἐς Ἅιδου (ενν. οἴκῳ, οἶκον), σε Αττ.· επίσης Ἄϊδόσδε, επίρρ., στον Κάτω Κόσμο, σε Ομήρ. Ιλ.
II. 1. ως προσηγορικό, ο Άδης, ο Κάτω Κόσμος· εἰσόκεν Ἄϊδι κεύθωμαι, στο ίδ.· ἐπὶ τὸν ᾅδην, σε Λουκ.· εἰς ἀΐδην, σε Ανθ.· ἐν τῷ ᾅδῃ, σε Καινή Διαθήκη
2. τάφος, θάνατος· ᾅδης πόντιος, θάνατος στη θάλασσα, σε Αισχύλ. κ.λπ. (ᾰῐδης, σε Όμηρ., Αττ. ᾷδης· αλλά σε Τραγ. επίσης ᾱῐδας· γεν. ᾰῐδεω ως ανάπαιστος στον Όμηρ.· γεν. ᾰῐδᾱο, στον ίδ.· γεν. ᾱῐδος πριν από φωνήεν, σε Ομήρ. Ιλ.).

Russian (Dvoretsky)

ᾅδης: или Ἃιδης, ου, эп. Ἀΐδης, αο или εω (gen. тж. Ἄϊδος) и Ἀϊδωνεύς, ῆος, дор. Ἀΐδας, α (ᾰῐ и ᾱῐ) ὁ
1 Гадес, Аид (сын Кроноса и Реи, брат Зевса и Посидона, властитель подземного царства); его эпитеты у Hom.: καταχθόνιος «подземный», ἀναξ ἐνέρων и ἐνέροισιν ἀνάσσων «властелин обитателей подземного царства», πελώριος «чудовищный», στυγερός «страшный», πυλάρτης «хранитель (подземных) врат», κρατερὁς и ἴφθιμος «могущественный», κλυτόπωλος «обладатель замечательных коней», κυανοχαίτης «темногривый»; εἰν Ἀΐδαο и εἰν Ἄϊδος Hom. или ἐν Ἃιδου (sc. δόμοις) Soph. в царстве Аида;
2 царство Аида, подземное царство Hom., Pind., Luc.;
3 ад NT;
4 кончина, смерть Pind.: ᾅδης πόντιος Aesch. смерть в море; ταχὺς ᾅδης Eur. скорая смерть;
5 могила Pind.: τειχίζειν ᾅδην Anth. устраивать могилу.

Chinese

原文音譯:¯dhj 哈-得士
詞類次數:名詞(11)
原文字根:不-覺察的 相當於: (שְׁאֹול‎)
字義溯源:未看見過的,陰間,地獄,死亡的領域;由(α / ἄλφα)= (ἄνευ)*=不)與(οἶδα)*=看見)組成。每逢說到天,都是說往上去;說到陰間,就說墜落,或下陰間( 太11:23; 路10:15),這似乎隱指陰間是在地下。由( 徒2:27 ,31)的話,給我們看見,人的體要朽壞,而人的魂要去到陰間。從( 路16:22至 26)的話去思考,好像陰間分二部分;一邊是有火焰受痛苦,一邊是享安息得安慰,中間有深淵隔開,兩邊可以看見,卻不能來往。主耶穌應許在十字架上悔改的強盜說,今日你要同我在樂園裏( 路23:43);保羅也說他曾被提到樂園裏( 林後12:4)。保羅說,他願意離開身體與主同住( 林後5:8; 腓1:23);主在樂園裏,與主同住,自必也在樂園裏。參讀 (ἄβυσσος)的同義字
出現次數:總共(10);太(2);路(2);徒(2);啓(4)
譯字彙編
1) 陰間(8) 太11:23; 路10:15; 路16:23; 徒2:27; 徒2:31; 啓6:8; 啓20:13; 啓20:14;
2) 陰間的(2) 太16:18; 啓1:18