ὀκταστάδιος: Difference between revisions

From LSJ

Τί γὰρ γένοιτ' ἂν ἕλκος μεῖζονφίλος κακός; → What wound is greater than a false friend?

Sophocles, Antigone, 651-2
mNo edit summary
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=oktastadios
|Transliteration C=oktastadios
|Beta Code=o)ktasta/dios
|Beta Code=o)ktasta/dios
|Definition=[στᾰ], ον, [[eight stadia long]], <span class="bibl">Plb.34.12.4</span>.
|Definition=[στᾰ], ον, [[eight stadia long]], Plb.34.12.4.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀκταστάδιος]] και [[ὀκτωστάδιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[μήκος]] ίσο με [[οκτώ]] στάδια<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[ὀκταστάδιον]]<br />[[μήκος]] [[οκτώ]] σταδίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[στάδιον]] (<b>πρβλ.</b> <i>εξα</i>-[[στάδιος]])].
|mltxt=[[ὀκταστάδιος]] και [[ὀκτωστάδιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[μήκος]] ίσο με [[οκτώ]] στάδια<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[ὀκταστάδιον]]<br />[[μήκος]] [[οκτώ]] σταδίων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οκτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[στάδιον]] ([[πρβλ]]. [[εξαστάδιος]])].
}}
}}

Latest revision as of 12:22, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀκταστᾰ́διος Medium diacritics: ὀκταστάδιος Low diacritics: οκταστάδιος Capitals: ΟΚΤΑΣΤΑΔΙΟΣ
Transliteration A: oktastádios Transliteration B: oktastadios Transliteration C: oktastadios Beta Code: o)ktasta/dios

English (LSJ)

[στᾰ], ον, eight stadia long, Plb.34.12.4.

German (Pape)

[Seite 317] acht Stadien lang; τὸ ὀκτ., Pol. 34, 12, 4; Strab. 7, 7, 4.

Greek Monolingual

ὀκταστάδιος και ὀκτωστάδιος, -ον (Α)
1. αυτός που έχει μήκος ίσο με οκτώ στάδια
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ὀκταστάδιον
μήκος οκτώ σταδίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + στάδιον (πρβλ. εξαστάδιος)].