πάμβουλος: Difference between revisions

From LSJ

Ἄξιόν ἐστι τὸ ἀρνίον τὸ ἐσφαγμένον λαβεῖν τὴν δύναμιν καὶ τὸν πλοῦτον καὶ σοφίαν καὶ ἰσχὺν καὶ τιμὴν καὶ δόξαν καὶ εὐλογίαν → Worthy is the Lamb that was slain to receive power, and riches, and wisdom, and strength, and honour, and glory, and blessing

Source
(b)
 
(30)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0453.png Seite 453]] allrathend, v. l. Orph. H. 24, 4.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0453.png Seite 453]] allrathend, v. l. Orph. H. 24, 4.
}}
{{ls
|lstext='''πάμβουλος''': -ον, ὁ τοὺς πάντας συμβουλεύων, διαφ. γραφ. ἀντὶ [[πολύβουλος]], Ὀρφ. 24. 4.
}}
{{grml
|mltxt=[[πάμβουλος]], -ον (Α)<br />αυτός που συμβουλεύει τους πάντες για [[κάθε]] [[ζήτημα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>βουλος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βουλή]] «[[σκέψη]]»)].
}}
}}

Latest revision as of 12:12, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 453] allrathend, v. l. Orph. H. 24, 4.

Greek (Liddell-Scott)

πάμβουλος: -ον, ὁ τοὺς πάντας συμβουλεύων, διαφ. γραφ. ἀντὶ πολύβουλος, Ὀρφ. 24. 4.

Greek Monolingual

πάμβουλος, -ον (Α)
αυτός που συμβουλεύει τους πάντες για κάθε ζήτημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + -βουλος (< βουλή «σκέψη»)].