ἐννήυσκλοι: Difference between revisions
(5) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=enniyskloi | |Transliteration C=enniyskloi | ||
|Beta Code=e)nnh/uskloi | |Beta Code=e)nnh/uskloi | ||
|Definition= | |Definition=ὑποδήματα Λακωνικῶν ἐφήβων, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] ([[ἐννήϊσκλοι]] cod.): fr. [[ἐννῆ]] and [[ὕσκλος]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ων, οἱ<br />[[sandalias atadas con nueve correas]], [[de nueve lazadas]] llevadas por los efebos laconios, Hsch. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐννήυσκλοι]] (Α)<br />[[είδος]] πέδιλων τών Λακώνων εφήβων, τους ιμάντες τών οποίων περιτύλιγαν [[γύρω]] από το [[πόδι]] [[εννέα]] φορές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[εννή]], διαλεκτ. τ. του [[εννέα]] με [[συναίρεση]] <span style="color: red;">+</span> <i>ύσκλος</i> «η [[άκρη]] του πέδιλου»]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 09:19, 25 August 2023
English (LSJ)
ὑποδήματα Λακωνικῶν ἐφήβων, Hsch. (ἐννήϊσκλοι cod.): fr. ἐννῆ and ὕσκλος.
Spanish (DGE)
-ων, οἱ
sandalias atadas con nueve correas, de nueve lazadas llevadas por los efebos laconios, Hsch.
Greek Monolingual
ἐννήυσκλοι (Α)
είδος πέδιλων τών Λακώνων εφήβων, τους ιμάντες τών οποίων περιτύλιγαν γύρω από το πόδι εννέα φορές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εννή, διαλεκτ. τ. του εννέα με συναίρεση + ύσκλος «η άκρη του πέδιλου»].