μουσοδόνημα: Difference between revisions

From LSJ

Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart

Menander, Monostichoi, 473
(6_21)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=mousodonima
|Transliteration C=mousodonima
|Beta Code=mousodo/nhma
|Beta Code=mousodo/nhma
|Definition=ατος, τό, (δονέω) <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">poetic frenzy</b>, <span class="bibl">Eup.245</span> (pl.).</span>
|Definition=-ατος, τό, ([[δονέω]]) [[poetic frenzy]], Eup.245 (pl.).
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μουσοδόνημα''': τό, ([[δονέω]]) ᾆσμα μουσολήπτου ὑπὸ τῶν Μουσῶν ἐμπνευσθέν, Εὔπολις ἐν «Προσπαλτίοις» 4.
|lstext='''μουσοδόνημα''': τό, ([[δονέω]]) ᾆσμα μουσολήπτου ὑπὸ τῶν Μουσῶν ἐμπνευσθέν, Εὔπολις ἐν «Προσπαλτίοις» 4.
}}
{{grml
|mltxt=[[μουσοδόνημα]], τὸ (Α)<br />[[άσμα]] ατόμου που εμπνεύστηκε από τις Μούσες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μοῦσα]] <span style="color: red;">+</span> [[δόνημα]](<span style="color: red;"><</span> <i>δονῶ</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 12:08, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μουσοδόνημα Medium diacritics: μουσοδόνημα Low diacritics: μουσοδόνημα Capitals: ΜΟΥΣΟΔΟΝΗΜΑ
Transliteration A: mousodónēma Transliteration B: mousodonēma Transliteration C: mousodonima Beta Code: mousodo/nhma

English (LSJ)

-ατος, τό, (δονέω) poetic frenzy, Eup.245 (pl.).

German (Pape)

[Seite 211] τό, die Windungen des Gesanges, Eupolis bei Prisc. XVIII p. 214 Kr.

Greek (Liddell-Scott)

μουσοδόνημα: τό, (δονέω) ᾆσμα μουσολήπτου ὑπὸ τῶν Μουσῶν ἐμπνευσθέν, Εὔπολις ἐν «Προσπαλτίοις» 4.

Greek Monolingual

μουσοδόνημα, τὸ (Α)
άσμα ατόμου που εμπνεύστηκε από τις Μούσες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + δόνημα(< δονῶ)].