λυγέα: Difference between revisions

From LSJ

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
(6_9)
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=lygea
|Transliteration C=lygea
|Beta Code=luge/a
|Beta Code=luge/a
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[λύγος]], <span class="bibl">Eust.834.37</span>.</span>
|Definition=ἡ, = [[λύγος]], Eust.834.37.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''λυγέα''': ἡ, = [[λύγος]], «ἐκ δὲ τοῦ τοιούτου λύγου καὶ τὸ λυγίζειν - λέγεται δὲ [[λυγέα]] ἰδιωτικῶς» Εὐστ. Θεσσ. σελ. 834. 39, πρβλ. Κόντου Φιλολογ. Σύμμικτα ἐν «Ἀθηνᾶς» τ. Γ΄, σ. 563.
|lstext='''λυγέα''': ἡ, = [[λύγος]], «ἐκ δὲ τοῦ τοιούτου λύγου καὶ τὸ λυγίζειν - λέγεται δὲ [[λυγέα]] ἰδιωτικῶς» Εὐστ. Θεσσ. σελ. 834. 39, πρβλ. Κόντου Φιλολογ. Σύμμικτα ἐν «Ἀθηνᾶς» τ. Γ΄, σ. 563.
}}
{{grml
|mltxt=[[λυγέα]], ἡ (Μ)<br /><b>βλ.</b> [[λυγιά]].
}}
}}

Latest revision as of 12:38, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῠγέα Medium diacritics: λυγέα Low diacritics: λυγέα Capitals: ΛΥΓΕΑ
Transliteration A: lygéa Transliteration B: lygea Transliteration C: lygea Beta Code: luge/a

English (LSJ)

ἡ, = λύγος, Eust.834.37.

Greek (Liddell-Scott)

λυγέα: ἡ, = λύγος, «ἐκ δὲ τοῦ τοιούτου λύγου καὶ τὸ λυγίζειν - λέγεται δὲ λυγέα ἰδιωτικῶς» Εὐστ. Θεσσ. σελ. 834. 39, πρβλ. Κόντου Φιλολογ. Σύμμικτα ἐν «Ἀθηνᾶς» τ. Γ΄, σ. 563.

Greek Monolingual

λυγέα, ἡ (Μ)
βλ. λυγιά.