χρυσότερος: Difference between revisions

From LSJ

Εἴκειν δ' οὐκ ἐπίσταται κακοῖς → You don't know how to yield to your misfortunes

Sophocles, Antigone, 472
(Bailly1_5)
m (LSJ1 replacement)
 
(13 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=chrysoteros
|Transliteration C=chrysoteros
|Beta Code=xruso/teros
|Beta Code=xruso/teros
|Definition=α, ον, a Comp. formed from <b class="b3">χρυσός</b> (<span class="bibl">3</span>), <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">more golden</b>, χρύσω χρυσοτέρα Sapph.122; αὐτῆς χρυσοτέρη κύπριδος <span class="title">IG</span>14.1892.</span>
|Definition=α, ον, a Comp. formed from [[χρυσός]] (3), [[more golden]], χρύσω χρυσοτέρα Sapph.122; αὐτῆς χρυσοτέρη κύπριδος ''IG''14.1892.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1382.png Seite 1382]] von [[χρυσός]] gebildeter comp., goldener, d. i. theurer, kostbarer; Sappho bei Demetr. Phal. 162; vgl. Lob. Phryn. 234; Ep. ad. 732 (App. 210).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1382.png Seite 1382]] von [[χρυσός]] gebildeter comp., goldener, d. i. theurer, kostbarer; Sappho bei Demetr. Phal. 162; vgl. Lob. Phryn. 234; Ep. ad. 732 (App. 210).
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />[[plus précieux]].<br />'''Étymologie:''' [[χρυσός]].
}}
{{elru
|elrutext='''χρῡσότερος:''' compar. к [[χρύσεος]] 2 и 3.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χρῡσότερος''': -α, -ον, συγκριτικὸν σχηματισθὲν ἐκ τοῦ χρυσὸς (Γ), ἔτι [[μᾶλλον]] [[χρυσοῦς]], χρυσῶ χρυσοτέρα Σαπφὼ 122 (96)· αὐτῆς χρυσοτέρη Κυπρίδος Ἀνθ. Π. παράρτ. 210.
|lstext='''χρῡσότερος''': -α, -ον, συγκριτικὸν σχηματισθὲν ἐκ τοῦ χρυσὸς (Γ), ἔτι [[μᾶλλον]] [[χρυσοῦς]], χρυσῶ χρυσοτέρα Σαπφὼ 122 (96)· αὐτῆς χρυσοτέρη Κυπρίδος Ἀνθ. Π. παράρτ. 210.
}}
}}
{{bailly
{{grml
|btext=α, ον :<br />plus précieux.<br />'''Étymologie:''' [[χρυσός]].
|mltxt=-[[τέρα]], -ον, θηλ. και ιων. τ. -έρη, Α<br /><b>(συγκριτ.)</b> πιο [[χρυσός]], πιο [[πολύτιμος]] κι από τον χρυσό («πολὺ πακτίδος ἁδυμελεστέρα, χρυσοῦ χρυσοτέρα», Σαπφ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χρυσός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τερος</i> του συγκριτ. βαθμού].
}}
{{lsm
|lsmtext='''χρῡσότερος:''' -α, -ον, συγκρ. [[τύπος]] του [[χρυσός]], πιο [[χρυσός]], σε Ανθ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=χρῡσότερος, η, ον [a comp. formed from [[χρυσός]]<br />[[more]] [[golden]], Anth.
}}
}}

Latest revision as of 11:14, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρῡσότερος Medium diacritics: χρυσότερος Low diacritics: χρυσότερος Capitals: ΧΡΥΣΟΤΕΡΟΣ
Transliteration A: chrysóteros Transliteration B: chrysoteros Transliteration C: chrysoteros Beta Code: xruso/teros

English (LSJ)

α, ον, a Comp. formed from χρυσός (3), more golden, χρύσω χρυσοτέρα Sapph.122; αὐτῆς χρυσοτέρη κύπριδος IG14.1892.

German (Pape)

[Seite 1382] von χρυσός gebildeter comp., goldener, d. i. theurer, kostbarer; Sappho bei Demetr. Phal. 162; vgl. Lob. Phryn. 234; Ep. ad. 732 (App. 210).

French (Bailly abrégé)

α, ον :
plus précieux.
Étymologie: χρυσός.

Russian (Dvoretsky)

χρῡσότερος: compar. к χρύσεος 2 и 3.

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσότερος: -α, -ον, συγκριτικὸν σχηματισθὲν ἐκ τοῦ χρυσὸς (Γ), ἔτι μᾶλλον χρυσοῦς, χρυσῶ χρυσοτέρα Σαπφὼ 122 (96)· αὐτῆς χρυσοτέρη Κυπρίδος Ἀνθ. Π. παράρτ. 210.

Greek Monolingual

-τέρα, -ον, θηλ. και ιων. τ. -έρη, Α
(συγκριτ.) πιο χρυσός, πιο πολύτιμος κι από τον χρυσό («πολὺ πακτίδος ἁδυμελεστέρα, χρυσοῦ χρυσοτέρα», Σαπφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσός + κατάλ. -τερος του συγκριτ. βαθμού].

Greek Monotonic

χρῡσότερος: -α, -ον, συγκρ. τύπος του χρυσός, πιο χρυσός, σε Ανθ.

Middle Liddell

χρῡσότερος, η, ον [a comp. formed from χρυσός
more golden, Anth.