νεωκόριον: Difference between revisions
From LSJ
αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.
(8) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=neokorion | |Transliteration C=neokorion | ||
|Beta Code=newko/rion | |Beta Code=newko/rion | ||
|Definition=τό, | |Definition=τό, [[sacristy]], IG11(2).144''B''17 (Delos, iv B.C.), 22.1672.181, al., ''BCH'' 35.243 (pl., Delos, ii B.C.), ''IPE''2.342.4 (Phanagoria): Dor. νᾱκορεῖον ''IG''42(1).109ii 127 (Epid., iii B.C.). | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''νεωκόριον''': τό, [[οἴκημα]] τῶν νεωκόρων, Ἐπιγρ. Δήλου, Bul. de cor. hel. VI, σ. 48, ἔτι σ. 87, σημ. 2. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[νεωκόριον]] και δωρ. τ. [[νακόρειον]], τὸ (Α) [[νεωκόρος]]<br /><b>1.</b> [[σκευοφυλάκιο]] το οποίο βρισκόταν στους ναούς<br /><b>2.</b> ([[κατά]] διάφ. ερμ.) [[οίκημα]] του ναού όπου κατοικούσε ο [[νεωκόρος]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:55, 25 August 2023
English (LSJ)
τό, sacristy, IG11(2).144B17 (Delos, iv B.C.), 22.1672.181, al., BCH 35.243 (pl., Delos, ii B.C.), IPE2.342.4 (Phanagoria): Dor. νᾱκορεῖον IG42(1).109ii 127 (Epid., iii B.C.).
Greek (Liddell-Scott)
νεωκόριον: τό, οἴκημα τῶν νεωκόρων, Ἐπιγρ. Δήλου, Bul. de cor. hel. VI, σ. 48, ἔτι σ. 87, σημ. 2.
Greek Monolingual
νεωκόριον και δωρ. τ. νακόρειον, τὸ (Α) νεωκόρος
1. σκευοφυλάκιο το οποίο βρισκόταν στους ναούς
2. (κατά διάφ. ερμ.) οίκημα του ναού όπου κατοικούσε ο νεωκόρος.