ἁμαρτάς: Difference between revisions

From LSJ

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source
(3)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἁμαρτάς]] (-[[άδος]]), η (Α) [[αμαρτάνω]]<br /><b>1.</b> [[πλάνη]], [[σφάλμα]], [[λάθος]]<br /><b>2.</b> [[παράβαση]] του θείου νόμου, [[αμαρτία]].
|mltxt=[[ἁμαρτάς]] (-[[άδος]]), η (Α) [[αμαρτάνω]]<br /><b>1.</b> [[πλάνη]], [[σφάλμα]], [[λάθος]]<br /><b>2.</b> [[παράβαση]] του θείου νόμου, [[αμαρτία]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἁμαρτάς:''' -[[άδος]], ἡ, Ιων. αντί [[ἁμαρτία]], σε Ηρόδ. κ.λπ.
}}
}}

Revision as of 17:52, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁμαρτάς Medium diacritics: ἁμαρτάς Low diacritics: αμαρτάς Capitals: ΑΜΑΡΤΑΣ
Transliteration A: hamartás Transliteration B: hamartas Transliteration C: amartas Beta Code: a(marta/s

English (LSJ)

άδος, ἡ, Ion. and later Gk. for ἁμαρτία, Hdt.1.91, 119, al., Hp.Acut.39, A.Fr.451C, S.Fr.999, Phld.Sto.339.15, Eus.Mynd.Fr. 31, Olymp.in Mete.146.7; copyist's

   A error, Str.13.1.54; sin, in religious sense, J.AJ3.9.3, al.

German (Pape)

[Seite 116] άδος, ἡ, ion., das Vergehen, Her. 1, 91 u. öfter, wie Hippocr.; auch D. Hal. 2, 35.

Greek (Liddell-Scott)

ἁμαρτάς: -άδος, ἡ, Ἰων. ἀντὶ ἁμαρτία, Ἡρόδ. 1. 91, 119 καὶ ἀλλ., Ἱππ. π. διαίτ. ὀξ. 390 καὶ ἀλλ.

French (Bailly abrégé)

άδος (ἡ) :
faute, erreur, méprise.
Étymologie: ἁμαρτάνω.

Spanish (DGE)

-άδος, ἡ

• Prosodia: [ᾰ-]

• Morfología: [ὁ ἁ. Epiph.Const.Haer.47.1]
I falta, fallo c. gen. subj. ἁμαρτάδες βρωμάτων fallos u omisiones de comidas Hp.Epid.4.20.
II desde el punto de vista personal
1 falta, error, negligencia, descuido por ignoracia αἱ δὲ κατ' ἀρχὰς ἀ. los errores cometidos al principio Hp.Acut.39, ἐπὶ τῇ ἀρχῆθεν γενομένῃ ἁμαρτάδι Hdt.3.25, διαίτης Hp.VC 20, abs. Hp.Fract.1, Hdt.1.119, A.Fr.755.
2 error material del copista, Str.13.1.54.
III 1desatino, falta, transgresión, ofensa contra la moral πέμπτου γονέος ἁ. Hdt.1.91, ἐλπίζων οὐκ ἀπολέεσθαι ὑπὸ βασιλέος διὰ τὴν παρεοῦσαν ἁμαρτάδα Hdt.6.29, τὰς ἁμαρτάδας τὰς ἐς ἐμὲ ... γενομένας Hdt.8.140α, de un perjurio, Eus.Mynd.31, ἔχειν δέ τινας ἁμαρτάδας ὑπὸ νέου καὶ ἄφρονος ὄντος Phld.Sto.p.55, κατὰ τὰς διαφορὰς τῶν ἁμαρτάδων Olymp.in Mete.146.7
en lit. judeo-cristiana pecado I.AI 3.230, Origenes Cels.7.5, Ath.Al.M.27.393C, Thdt.M.80.1088A.
2 ὁ ἀ. pecador Epiph.Const.Haer.47.1.

Greek Monolingual

ἁμαρτάς (-άδος), η (Α) αμαρτάνω
1. πλάνη, σφάλμα, λάθος
2. παράβαση του θείου νόμου, αμαρτία.

Greek Monotonic

ἁμαρτάς: -άδος, ἡ, Ιων. αντί ἁμαρτία, σε Ηρόδ. κ.λπ.