βούνευρο: Difference between revisions
From LSJ
οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time
(7) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το (Μ βούνερον)<br /><b>1.</b> [[μαστίγιο]] από [[δέρμα]] βοδιού<br /><b>2.</b> το γεννητικό [[μόριο]] του ταύρου, που χρησιμοποιείται ως [[μαστίγιο]]. | |mltxt=το (Μ [[βούνερον]])<br /><b>1.</b> [[μαστίγιο]] από [[δέρμα]] βοδιού<br /><b>2.</b> το γεννητικό [[μόριο]] του ταύρου, που χρησιμοποιείται ως [[μαστίγιο]]. | ||
}} | }} |