πέσιμο: Difference between revisions

From LSJ

Γνώμης γὰρ ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται → Proba sunt illius facta, cui mens est proba → Aus edler Einstellung erwächst die edle Tat

Menander, Monostichoi, 112
(32)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το / πέσιμον, ΝΜ<br />[[πτώση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για οικον. αξίες) [[μείωση]], [[ελάττωση]] («το [[πέσιμο]] τών μετοχών αναστάτωσε το [[χρηματιστήριο]]»)<br /><b>μσν.</b><br />(για στρατεύματα) [[συγκέντρωση]], [[συρροή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>πεσ</i>- του αόρ. <i>έ</i>-<i>πεσ</i>-<i>α</i> του [[πέφτω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιμο</i> (<b>πρβλ.</b> <i>γράψ</i>-<i>ιμο</i>)].
|mltxt=το / πέσιμον, ΝΜ<br />[[πτώση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για οικον. αξίες) [[μείωση]], [[ελάττωση]] («το [[πέσιμο]] τών μετοχών αναστάτωσε το [[χρηματιστήριο]]»)<br /><b>μσν.</b><br />(για στρατεύματα) [[συγκέντρωση]], [[συρροή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>πεσ</i>- του αόρ. <i>έ</i>-<i>πεσ</i>-<i>α</i> του [[πέφτω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιμο</i> ([[πρβλ]]. [[γράψιμο]])].
}}
}}

Latest revision as of 15:52, 11 May 2023

Greek Monolingual

το / πέσιμον, ΝΜ
πτώση
νεοελλ.
(για οικον. αξίες) μείωση, ελάττωση («το πέσιμο τών μετοχών αναστάτωσε το χρηματιστήριο»)
μσν.
(για στρατεύματα) συγκέντρωση, συρροή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πεσ- του αόρ. έ-πεσ-α του πέφτω + κατάλ. -ιμο (πρβλ. γράψιμο)].