σκεδαστής: Difference between revisions

From LSJ

ἐν δὲ τοῖς φυσικοῖς ἀεὶ οὕτως, ἂν μή τι ἐμποδίσῃ → in natural products the sequence is invariable, if there is no impediment | now with that which is natural it is always thus if there is no impediment

Source
(37)
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο ΝΜΑ, και θηλ. σκεδάστρια Ν<br />αυτός που διασκορπίζει («τῶν προστάξεων τοῡ σκεδαστοῡ Φαραὼ ἠλόγουν», Φίλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>σκεδασ</i>- του αορ. <i>ἐ</i>-<i>σκέδασ</i>-<i>α</i> του [[σκεδάννυμι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>της</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κερασ</i>-<i>της</i>)].
|mltxt=ο ΝΜΑ, και θηλ. σκεδάστρια Ν<br />αυτός που διασκορπίζει («τῶν προστάξεων τοῦ σκεδαστοῦ Φαραὼ ἠλόγουν», Φίλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>σκεδασ</i>- του αορ. <i>ἐ</i>-<i>σκέδασ</i>-<i>α</i> του [[σκεδάννυμι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>της</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κερασ</i>-<i>της</i>)].
}}
}}

Revision as of 13:05, 15 February 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκεδαστής Medium diacritics: σκεδαστής Low diacritics: σκεδαστής Capitals: ΣΚΕΔΑΣΤΗΣ
Transliteration A: skedastḗs Transliteration B: skedastēs Transliteration C: skedastis Beta Code: skedasth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A scatterer, Ph.1.135, Phot.

Greek (Liddell-Scott)

σκεδαστής: -οῦ, ὁ, ὁ διασκορπιστής, διασκορπίζων, Φίλων 1. 135, Φώτ.

Greek Monolingual

ο ΝΜΑ, και θηλ. σκεδάστρια Ν
αυτός που διασκορπίζει («τῶν προστάξεων τοῦ σκεδαστοῦ Φαραὼ ἠλόγουν», Φίλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σκεδασ- του αορ. -σκέδασ-α του σκεδάννυμι + κατάλ. -της (πρβλ. κερασ-της)].