πρωτοκλισία: Difference between revisions
Φίλον βέβαιον ἐν κακοῖσι μὴ φοβοῦ → Fidelem amicum ne time in rebus malis → Hab in der Not nicht Angst vor einem treuen Freund
(6) |
(4) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πρωτοκλῐσία:''' ἡ ([[κλίνω]]), πρώτη τιμητική [[θέση]] σε [[τραπέζι]] δείπνου, σε Καινή Διαθήκη | |lsmtext='''πρωτοκλῐσία:''' ἡ ([[κλίνω]]), πρώτη τιμητική [[θέση]] σε [[τραπέζι]] δείπνου, σε Καινή Διαθήκη | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πρωτοκλισία:''' ἡ NT = [[πρωτοκαθεδρία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 03:12, 1 January 2019
English (LSJ)
ἡ,
A first seat at table, Ev.Matt.23.6, etc.; cf. πρωτοκαθεδρία.
German (Pape)
[Seite 805] ἡ, erstes Lager am Tische, Clem. Al.
Greek (Liddell-Scott)
πρωτοκλῐσία: ἡ, ἡ πρώτη τιμητικὴ θέσις ἐν δείπνῳ, Εὐαγγ. κ. Ματθ. κγ', 6, κτλ.· πρβλ. Β' Μακκ. Δ', 21 καὶ ἴδε πρωτοκαθεδρία.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
la place d’honneur dans un repas.
Étymologie: πρῶτος, κλίνη.
English (Strong)
from πρῶτος and κλισία; a reclining first (in the place of honor) at the dinner-bed, i.e. preeminence at meals: chief (highest, uppermost) room.
English (Thayer)
πρωτοκλισίας, ἡ (πρῶτος and κλισία), the first reclining-place, the chief place, at table (cf. Rich, Dict. of Rom. and Greek Antiq. under the phrase, lectus tricliniaris; the relative rank of the several places at table varied among Persians, Greeks, and Romans; and what arrangement was currently followed by the Jews in Christ's day can hardly, perhaps, be determined; (yet see Edersheim. Jesus the Messiah, ii., pp. 207f 494)): Luke 14:7,8; 20:46>. (Ecclesiastical writings).
Greek Monolingual
ἡ, ΜΑ
η πρώτη τιμητική θέση σε δείπνο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αμάρτυρο αρχ. πρωτόκλιτος].
Greek Monotonic
πρωτοκλῐσία: ἡ (κλίνω), πρώτη τιμητική θέση σε τραπέζι δείπνου, σε Καινή Διαθήκη
Russian (Dvoretsky)
πρωτοκλισία: ἡ NT = πρωτοκαθεδρία.