συνεχθαίρω: Difference between revisions

From LSJ

Τα βιβλία τα παρά των ξένων επαίδευε τους εν τη αγορά ανθρώπους, τους Ομήρου φίλους → The others' books educated the people in the marketplace, the friends of Homer.

Source
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνεχθαίρω:''' μέλ. <i>-ᾰρῶ</i>, [[μισώ]] από κοινού με άλλον, σε Ανθ.
|lsmtext='''συνεχθαίρω:''' μέλ. <i>-ᾰρῶ</i>, [[μισώ]] από κοινού με άλλον, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''συνεχθαίρω:''' вместе ненавидеть, разделять ненависть Anth.
}}
}}

Revision as of 04:16, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεχθαίρω Medium diacritics: συνεχθαίρω Low diacritics: συνεχθαίρω Capitals: ΣΥΝΕΧΘΑΙΡΩ
Transliteration A: synechthaírō Transliteration B: synechthairō Transliteration C: synechthairo Beta Code: sunexqai/rw

English (LSJ)

   A hate together, join in hating, Phld.Hom.p.41 O., AP 6.20 (Jul.).

Greek (Liddell-Scott)

συνεχθαίρω: μισῶ ὁμοῦ, ἀπὸ κοινοῦ μισῶ, ἧς γὰρ ἰδεῖν στυγέει... μορφήν... τῆσδε συνεχθαίρει καὶ σκιόεντα τύπον Ἀνθ. Π. 6. 20.

French (Bailly abrégé)

haïr également.
Étymologie: σύν, ἐχθαίρω.

Greek Monolingual

Α
απεχθάνομαι, μισώ κάποιον εξίσου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐχθαίρω «μισώ, εχθρεύομαι»].

Greek Monotonic

συνεχθαίρω: μέλ. -ᾰρῶ, μισώ από κοινού με άλλον, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

συνεχθαίρω: вместе ненавидеть, разделять ненависть Anth.