3,274,399
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ζευγηλάτης:''' [ᾰ], -ου, ὁ ([[ἐλαύνω]]), αυτός που οδηγεί [[ζεύγος]] βοδιών για να οργώσει τη γη, [[ζευγολάτης]], σε Ξεν. | |lsmtext='''ζευγηλάτης:''' [ᾰ], -ου, ὁ ([[ἐλαύνω]]), αυτός που οδηγεί [[ζεύγος]] βοδιών για να οργώσει τη γη, [[ζευγολάτης]], σε Ξεν. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ζευγηλάτης:''' ου (ᾰ) ὁ идущий за запряженным плугом, т. е. землепашец, пахарь Soph., Xen. | |||
}} | }} |