κτάντης: Difference between revisions
From LSJ
τραχὺς ἐντεῦθεν μελάμπυγός τε τοῖς ἐχθροῖς ἅπασιν → he is a tough black-arse towards his enemies, he is a veritable Heracles towards his enemies
(5) |
(1ba) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κτάντης:''' ὁ ([[κτείνω]]), [[φονιάς]], σε Ανθ. | |lsmtext='''κτάντης:''' ὁ ([[κτείνω]]), [[φονιάς]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[κτάντης]], ου, [[κτείνω]]<br />a [[murderer]], Anth. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:30, 9 January 2019
English (LSJ)
ου, ὁ, κτείνω)
A murderer, Dosiad. Ara10.
German (Pape)
[Seite 1517] ὁ, der Mörder, Dosiad. ara 2 (XV, 26).
Greek (Liddell-Scott)
κτάντης: ὁ, φονεύς, Ἀνθ. Π. 15. 26.
Greek Monolingual
κτάντης, ὁ (Α)
φονέας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κταν- (πρβλ. ἔ-κταν-ον, αόρ. του κτείνω «φονεύω») + κατάλ. -της].
Greek Monotonic
κτάντης: ὁ (κτείνω), φονιάς, σε Ανθ.