ἕστασαν: Difference between revisions
From LSJ
μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)
(2) |
m (LSJ2 replacement) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{LSJ2 | |||
|Full diacritics=ἕστασαν | |||
|Medium diacritics=ἕστασαν | |||
|Low diacritics=έστασαν | |||
|Capitals=ΕΣΤΑΣΑΝ | |||
|Transliteration A=héstasan | |||
|Transliteration B=hestasan | |||
|Transliteration C=estasan | |||
|Beta Code=e(/stasan | |||
|Definition=''3 pl. plpf.'' of [[ἵστημι]], [[they stood]], Hom. | |||
}} | |||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἕστᾰσαν''': γ΄ πληθ. συγκεκομμ. ὑπερσ. τοῦ [[ἵστημι]], Ὅμ.: [[ἀλλά]], ΙΙ. ἔστᾰσαν, ἀντὶ ἔστησαν, γ΄ πληθ. ἀορ. α΄, ἔστησαν ἢ ἐτοποθέτησαν, Ἰλ. Β. 525, Ὀδ. Γ. 182, Σ. 307, πρβλ. ἰδίως Ἰλ. Μ. 55. 56. | |lstext='''ἕστᾰσαν''': γ΄ πληθ. συγκεκομμ. ὑπερσ. τοῦ [[ἵστημι]], Ὅμ.: [[ἀλλά]], ΙΙ. ἔστᾰσαν, ἀντὶ ἔστησαν, γ΄ πληθ. ἀορ. α΄, ἔστησαν ἢ ἐτοποθέτησαν, Ἰλ. Β. 525, Ὀδ. Γ. 182, Σ. 307, πρβλ. ἰδίως Ἰλ. Μ. 55. 56. | ||
Line 6: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἕστᾰσαν:'''<b class="num">I.</b> | |lsmtext='''ἕστᾰσαν:'''<b class="num">I.</b> γʹ πληθ. συγκοπτ. υπερσ. του [[ἵστημι]], στάθηκαν.<br /><b class="num">II.</b> <i>ἔστᾰσαν</i>, αντί <i>ἔστησαν</i>, γʹ πληθ. αορ. αʹ, έστησαν ή τοποθέτησαν. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἕστᾰσαν:''' эп. 3 л. pl. ppf. к [[ἵστημι]]. | |elrutext='''ἕστᾰσαν:''' эп. 3 л. pl. ppf. к [[ἵστημι]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 11:03, 31 January 2021
English (LSJ)
3 pl. plpf. of ἵστημι, they stood, Hom.
Greek (Liddell-Scott)
ἕστᾰσαν: γ΄ πληθ. συγκεκομμ. ὑπερσ. τοῦ ἵστημι, Ὅμ.: ἀλλά, ΙΙ. ἔστᾰσαν, ἀντὶ ἔστησαν, γ΄ πληθ. ἀορ. α΄, ἔστησαν ἢ ἐτοποθέτησαν, Ἰλ. Β. 525, Ὀδ. Γ. 182, Σ. 307, πρβλ. ἰδίως Ἰλ. Μ. 55. 56.
French (Bailly abrégé)
3ᵉ pl. épq. pqp. de ἵστημι.
Greek Monotonic
ἕστᾰσαν:I. γʹ πληθ. συγκοπτ. υπερσ. του ἵστημι, στάθηκαν.
II. ἔστᾰσαν, αντί ἔστησαν, γʹ πληθ. αορ. αʹ, έστησαν ή τοποθέτησαν.
Russian (Dvoretsky)
ἕστᾰσαν: эп. 3 л. pl. ppf. к ἵστημι.