τρίβραχυς: Difference between revisions
From LSJ
(4b) |
m (Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [[") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-υ, ΝΑ<br />(για μετρικό [[πόδα]]) αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b | |mltxt=-υ, ΝΑ<br />(για μετρικό [[πόδα]]) αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> ο [[τρίβραχυς]]<br />ο [[μετρικός]] [[πόδας]] που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[βραχύς]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''τρίβρᾰχυς:''' εος (ῐ) ὁ стих. трибрахий (стопа ∪∪∪). | |elrutext='''τρίβρᾰχυς:''' εος (ῐ) ὁ стих. трибрахий (стопа ∪∪∪). | ||
}} | }} |
Revision as of 11:15, 14 January 2019
English (LSJ)
υ,
A consisting of three short syllables, Heph.3.2, al., Choerob. in Theod.1.232 H.; in full, τ. πούς interpol. in D.H.Comp. 17.
German (Pape)
[Seite 1140] ὁ, ein aus drei kurzen Sylben bestehender Versfuß ( ñ ñ ñ), Gramm.
Greek (Liddell-Scott)
τρίβρᾰχῠς: υ, ὁ ἐκ τριῶν βραχειῶν συλλαβῶν συνιστάμενος, Ἀρκάδ. 40, 19 (ἕτεροι γραμμ. γράφουσιν ὀξυτόνως -χύς)· ὁ τρ. ποὺς Διονύσ. Ἀλ. π. Συνθ. Ὀνομ. 17.
Greek Monolingual
-υ, ΝΑ
(για μετρικό πόδα) αυτός που αποτελείται από τρεις βραχείες συλλαβές
νεοελλ.
το αρσ. ως ουσ. ο τρίβραχυς
ο μετρικός πόδας που αποτελείται από τρεις βραχείες συλλαβές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + βραχύς.
Russian (Dvoretsky)
τρίβρᾰχυς: εος (ῐ) ὁ стих. трибрахий (стопа ∪∪∪).