ἑνδέκατος: Difference between revisions
Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz
(2) |
(1ab) |
||
Line 36: | Line 36: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἑνδέκᾰτος:''' одиннадцатый Hom. etc. | |elrutext='''ἑνδέκᾰτος:''' одиннадцатый Hom. etc. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=ἑνδέκᾰτος, η, ον <i>adj</i> [from [[ἕνδεκα]]<br />the [[eleventh]], Hom., etc. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:54, 9 January 2019
English (LSJ)
η, ον,
A eleventh, Od.3.391, etc.; ἑνδεκάτη (sc. ἡμέρη), ἡ, eleventh day, 2.374.
German (Pape)
[Seite 832] η, ον, der elfte, von Hom. an überall.
Greek (Liddell-Scott)
ἑνδέκατος: -η, -ον, ἑνδεκάτη τε καὶ δωδεκάτη τε (ἐνν. ἡμέρα) Ὀδ. Β. 374· τῇ ἑνδεκάτῃ ἀπ’ ἐκείνης τῆς ἡμέρας Ξεν. Ἀν. 1. 7. 18, πρβλ. Πλουτ. Λυκ. 2, κλ. - Ἑνδέκατος, μὴν Φωκέων ἀντιστοιχῶν τῷ τῶν Δελφῶν Βουκατίῳ, Ἐπιγρ. Δελφῶν W. et F 90.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
onzième ; ἡ ἐνδεκάτη (ἡμέρα) le onzième jour.
Étymologie: ἕνδεκα.
English (Autenrieth)
eleventh; ἐνδεκάτῃ, on the eleventh day, often as round number after mentioning ten days, Il. 24.666, Od. 2.374, Od. 4.588.
Spanish (DGE)
(ἑνδέκᾰτος) -η, -ον
• Alolema(s): dór. fem. -α Theoc.14.45
I 1c. valor ordinal undécimo de unidades temp. ἠώς Il.21.156, ἡμέρη Hdt.9.41, cf. LXX Nu.7.72, ἐνιαυτός Od.3.391, cf. Th.5.39, ὥρα PCair.Zen.611.9 (III a.C.), Chrys.M.56.160, Ὀλυμπιάς D.L.5.10, εἰς μῆνα ἑνδέκατον al undécimo mes de embarazo CEG 894.4 (Delfos IV a.C.), ὁ ἑ. μήν el mes undécimo del penúltimo mes del calendario en Fócide GDI 1755.1 (Delfos II a.C.), en Acaya IG 5(1).1390.11 (Mesenia I a.C.)
•de otras unidades ἆθλον del undécimo trabajo de Heracles, Apollod.5.11, δημηγορία D.H.Amm.1.10.6, μοῖρα Ael.NA 4.53, θέσις AP 9.482 (Agath.), κατηγορία ref. las de Aristóteles, Phlp.in Cat.66.8, γενεά Tat.Orat.41.8, ζῴδιον la undécima casa del zodíaco, Teucer en Cat.Cod.Astr.7.209.24, στρατιώτης λεγιῶνος ἑνδεκάτης Κλα(υδίας) soldado de la Undécima Legión Claudia, IPerinthos 74.4 (II d.C.), cf. IGBulg.5.5129.5 (IV d.C.)
•neutr. adv. ἑνδέκατον por undécima vez αὐτοκράτωρ τὸ ἑ. SEG 44.1205.8 (Patara I d.C.)
•en una enumeración en undécimo lugar Dam.in Prm.173.
2 c. valor fraccionario onceavo τὰ μέρη Iambl.in Nic.70, cf. Sch.Euc.7.5, 23.
II subst.
1 c. valor ordinal:
a) ἡ ἑ. (sc. ἡμέρα) el undécimo día, Od.2.374, Hes.Op.776, Theoc.l.c., Luc.VH 2.1, PTeb.104.7 (I a.C.), ἑνδεκάτη μηνός el undécimo día del mes D.24.26, cf. Plu.2.655e, τᾷ δὲ ἑνδεκάτᾳ τοῦ Ἡρακλείου μ[η] νός FD 3.238.3 (II a.C.), cf. ICos ED 241.10 (IV a.C.), ἢν δὲ τῇ ἑνδεκάτῃ ἄρξηται πυρεταίνειν Hp.Prorrh.2.14;
b) ἡ ἑ. (sc. βίβλος) el undécimo libro ἐν τῇ τῶν ἱστοριῶν ἑνδεκάτῃ en el undécimo libro de las Historias de Posidonio, Ath.263c, cf. Plb.11.24.10, Hdn.Gr.1.13.
2 τὸ ἑ. c. valor fraccionario la onceava parte, un onceavo τὸ ἄρα ZΗΞ τρίγωνον δύο ἑνδέκατα τοῦ ἑνδεκαγώνου ἐστίν Hero Metr.1.24, cf. Ps.Eudox.Ars 4.23.
English (Strong)
ordinal from ἕνδεκα; eleventh: eleventh.
Greek Monolingual
και εντέκατος, -η, -ο (AM ενδέκατος, -η, -ον
Μ και ἑντέκατος, -η, -ον)
αυτός που κατέχει τη θέση με τον αριθμό ένδεκα («ἑνδεκάτῳ ἐνιαυτῷ»)
νεοελλ.
1. το θηλ. ως ουσ. η ενδεκάτη
α) η ενδέκατη ώρα
β) μουσ. ο ενδέκατος φθόγγος της διατονικής κλίμακας
2. το ουδ. ως ουσ. το ενδέκατο
ενδεκατημόριο
αρχ.
1. το θηλ. ως ουσ. ἡ ἑνδεκάτη
η ενδέκατη ημέρα
2. το αρσ. ως ουσ. ὁ Ἑνδέκατος
ονομασία μήνα στη Φωκίδα.
Greek Monotonic
ἑνδέκᾰτος: -η, -ον, ενδέκατος, αυτός που έχει ενδέκατη σειρά, σε Όμηρ. κ.λπ.
Russian (Dvoretsky)
ἑνδέκᾰτος: одиннадцатый Hom. etc.