ζύγαινα: Difference between revisions

From LSJ

κατὰ τὸν δεύτερον, φασί, πλοῦν τὰ ἐλάχιστα ληπτέον τῶν κακῶν → we must as second best, as people say, take the least of the evils

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ζύγαινα]])<br /><b>ζωολ.</b> παλαιότερη [[ονομασία]] του γένους [[σφύρνα]], πλαγιόστομων σελάχιων ιχθύων της οικογένειας καρχαριίδες<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] λεπιδόπτερων εντόμων της οικογένειας ζυγαινίδες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ζυγόν]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αινα</i> (συχνή με ονομασίες ιχθύων), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δράκ</i>-<i>αινα</i>, <i>φά</i>(<i>λ</i>)<i>λ</i>-<i>αινα</i>].
|mltxt=η (Α [[ζύγαινα]])<br /><b>ζωολ.</b> παλαιότερη [[ονομασία]] του γένους [[σφύρνα]], πλαγιόστομων σελάχιων ιχθύων της οικογένειας καρχαριίδες<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γένος]] λεπιδόπτερων εντόμων της οικογένειας ζυγαινίδες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ζυγόν]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αινα</i> (συχνή με ονομασίες ιχθύων), [[πρβλ]]. <i>δράκ</i>-<i>αινα</i>, <i>φά</i>(<i>λ</i>)<i>λ</i>-<i>αινα</i>].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ζύγαινα:''' ης (ῠ) ἡ зигена (предполож. рыба-молот - Zygaena [[malleus]]) Arst.
|elrutext='''ζύγαινα:''' ης (ῠ) ἡ зигена (предполож. рыба-молот - Zygaena [[malleus]]) Arst.
}}
}}

Revision as of 09:20, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζύγαινα Medium diacritics: ζύγαινα Low diacritics: ζύγαινα Capitals: ΖΥΓΑΙΝΑ
Transliteration A: zýgaina Transliteration B: zygaina Transliteration C: zygaina Beta Code: zu/gaina

English (LSJ)

[ῠ], ης, ἡ, A the hammer-headed shark, Epich.59, Arist.HA 506b10, Philotim. ap. Gal.6.727, Ael.NA9.49, Opp.H.1.367.

German (Pape)

[Seite 1140] ἡ, eine Haifischart, Hammerfisch, Arist. H. A. 2, 16.

Greek (Liddell-Scott)

ζύγαινα: -ης, -ἡ, ἰχθύς, ἡ «σφυρίδα», Ἐπιχ. 30 Ahr., Ἀριστ. Ι. Ζ. 2. 15, 12.

Greek Monolingual

η (Α ζύγαινα)
ζωολ. παλαιότερη ονομασία του γένους σφύρνα, πλαγιόστομων σελάχιων ιχθύων της οικογένειας καρχαριίδες
νεοελλ.
γένος λεπιδόπτερων εντόμων της οικογένειας ζυγαινίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζυγόν + κατάλ. -αινα (συχνή με ονομασίες ιχθύων), πρβλ. δράκ-αινα, φά(λ)λ-αινα].

Russian (Dvoretsky)

ζύγαινα: ης (ῠ) ἡ зигена (предполож. рыба-молот - Zygaena malleus) Arst.