3,274,306
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0595.png Seite 595]] 1) umgedreht, umzudrehen. – 2) ὁ π., ein Seil zum Stellen und Zusammenziehen, Xen. Cyn. 2, 7, sonst [[περίδρομος]]. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0595.png Seite 595]] 1) umgedreht, umzudrehen. – 2) ὁ π., ein Seil zum Stellen und Zusammenziehen, Xen. Cyn. 2, 7, sonst [[περίδρομος]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''περίστροφος:''' ὁ [[веревка для вдержки]] (стягивания сети) Xen. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 18: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο / [[περίστροφος]], -ον ΝΑ [[περιστρέφω]]<br />[[περιστροφικός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> περιεστραμμένος<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[περίστροφο]]<br />μικρό επαναληπτικό [[πυροβόλο]] όπλο χειρός, κατάλληλο για ατομική [[προστασία]], που τροφοδοτείται από κυλινδρική [[φυσιγγιοθήκη]], γνωστή ως βυκίο, τοποθετημένη [[μεταξύ]] της [[κάννης]] και του συστήματος επίκρουσης<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[περίστροφος]]<br />[[σχοινί]] συνεστραμμένο που χρησίμευε για τη [[συστολή]] και [[διαστολή]] του θηρευτικού διχτιού<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «ὁ τῆς ὑποσφραγῑδος [[τόπος]]». | |mltxt=-η, -ο / [[περίστροφος]], -ον ΝΑ [[περιστρέφω]]<br />[[περιστροφικός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> περιεστραμμένος<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[περίστροφο]]<br />μικρό επαναληπτικό [[πυροβόλο]] όπλο χειρός, κατάλληλο για ατομική [[προστασία]], που τροφοδοτείται από κυλινδρική [[φυσιγγιοθήκη]], γνωστή ως βυκίο, τοποθετημένη [[μεταξύ]] της [[κάννης]] και του συστήματος επίκρουσης<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> ὁ [[περίστροφος]]<br />[[σχοινί]] συνεστραμμένο που χρησίμευε για τη [[συστολή]] και [[διαστολή]] του θηρευτικού διχτιού<br /><b>2.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «ὁ τῆς ὑποσφραγῑδος [[τόπος]]». | ||
}} | }} |