πυρισθενής: Difference between revisions

From LSJ

Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht

Menander, Monostichoi, 178
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
(CSV import)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[πυροσθενής]], -ές, ΜΑ<br />αυτός που [[είναι]] τόσο [[ισχυρός]] όσο και η [[φωτιά]] («[[πυρισθενής]] [[Διόνυσος]]», <b>Νόνν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πυρι</i>- / <i>πυρο</i>- (<b>βλ. λ.</b> <i>πυρ</i>) <span style="color: red;">+</span> -[[σθενής]] (<span style="color: red;"><</span> [[σθένος]]), <b>πρβλ.</b> <i>δορι</i>-[[σθενής]], <i>μεγα</i>-[[σθενής]]].
|mltxt=και [[πυροσθενής]], -ές, ΜΑ<br />αυτός που [[είναι]] τόσο [[ισχυρός]] όσο και η [[φωτιά]] («[[πυρισθενής]] [[Διόνυσος]]», <b>Νόνν.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πυρι</i>- / <i>πυρο</i>- (<b>βλ. λ.</b> <i>πυρ</i>) <span style="color: red;">+</span> -[[σθενής]] (<span style="color: red;"><</span> [[σθένος]]), <b>πρβλ.</b> <i>δορι</i>-[[σθενής]], <i>μεγα</i>-[[σθενής]]].
}}
{{elmes
|esmgtx=-ές [[poderoso por el fuego]] de Helios χαῖρε, πυρὸς ταμία ... πυρισθενές, αἰολοθώρηξ <b class="b3">te saludo, administrador del fuego, poderoso por el fuego, de reluciente coraza</b> P II 90
}}
}}

Revision as of 15:20, 15 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῠρισθενής Medium diacritics: πυρισθενής Low diacritics: πυρισθενής Capitals: ΠΥΡΙΣΘΕΝΗΣ
Transliteration A: pyristhenḗs Transliteration B: pyristhenēs Transliteration C: pyristhenis Beta Code: purisqenh/s

English (LSJ)

ές, mighty with fire, Διόνυσος Nonn.D.24.6; πολιῆται ib.29.193, cf. PMag.Berol.2.90.

Spanish

poderoso por el fuego

Greek Monolingual

και πυροσθενής, -ές, ΜΑ
αυτός που είναι τόσο ισχυρός όσο και η φωτιάπυρισθενής Διόνυσος», Νόνν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πυρι- / πυρο- (βλ. λ. πυρ) + -σθενής (< σθένος), πρβλ. δορι-σθενής, μεγα-σθενής].

Léxico de magia

-ές poderoso por el fuego de Helios χαῖρε, πυρὸς ταμία ... πυρισθενές, αἰολοθώρηξ te saludo, administrador del fuego, poderoso por el fuego, de reluciente coraza P II 90