σαρκοτακής: Difference between revisions
From LSJ
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sarkotakis | |Transliteration C=sarkotakis | ||
|Beta Code=sarkotakh/s | |Beta Code=sarkotakh/s | ||
|Definition= | |Definition=σαρκοτακές, ([[τήκω]]) [[wasting the flesh]], νοῦσοι Procl.''H.''7.44. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Latest revision as of 11:50, 25 August 2023
English (LSJ)
σαρκοτακές, (τήκω) wasting the flesh, νοῦσοι Procl.H.7.44.
Greek (Liddell-Scott)
σαρκοτᾰκής: -ές, (τήκω) ὁ τὴν σάρκα τήκων, φθείρων, νοῦσοι Πρόκλ. Ὕμν. εἰς Ἀθην. 44.
Greek Monolingual
-ές, Α
(κυρίως για νόσο) αυτός που φθείρει τη σάρκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάρξ, σαρκός + -τακής (< θ. τακ-, πρβλ. ἐ-τάκ-ην, παθ. αόρ. β' του τήκω «λειώνω, φθείρω»), πρβλ. γυιοτακής].