ἐγγυητής: Difference between revisions

From LSJ

ἧς ἂν ἐπ' ἐλάχιστον ἀρετῆς πέρι ἢ ψόγου ἐν τοῖς ἄρσεσι κλέος ᾖ → of whom there is least talk either for praise or blame, of whom there is least notoriety among the men either for praise or blame

Source
(13_4)
(6_19)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0702.png Seite 702]] ὁ, der sich verbürgt, Bürge; Antiph. 5, 17; Lys. 13, 24 u. sonst; ἐγγυητὰς καθιστάναι, Bürgen stellen, Antiph. 1, 2; Xen. Hell. 1, 7, 35; Dem. 24, 39; παρέχειν, Plat. Legg. IX, 871 e; Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0702.png Seite 702]] ὁ, der sich verbürgt, Bürge; Antiph. 5, 17; Lys. 13, 24 u. sonst; ἐγγυητὰς καθιστάναι, Bürgen stellen, Antiph. 1, 2; Xen. Hell. 1, 7, 35; Dem. 24, 39; παρέχειν, Plat. Legg. IX, 871 e; Sp.
}}
{{ls
|lstext='''ἐγγυητής''': -οῦ, ὁ, ὁ ἐγγυώμενος, ἐγγυητὴν καθιστάναι Ἡρόδ. 1. 196, Ἀντιφῶν 131. 23, Λυσ. 132. 5, Συλλογ. Ἐπιγρ. 82, κ. ἀλλ.· παρέχειν Πλάτ. Νόμ. 871Ε· λαμβάνειν Δημ. 894. 17· εἰσφέρειν Συλλ. Ἐπιγρ. 2737b· διδόναι Πολύβ. 12. 16, 3, κτλ.· ἐκμισθοῦν ἐπ’ ἐγγυητῶν, μὲ ἐγγυητάς, Ξεν. Πόροι 3. 14· ἐγγυητὴς τοῦ ἀργυρίου [[ἀξιόχρεως]] Πλάτ. Ἀπολ. 38Β· οἱ ἐγγ. τῆς τραπέζης, οἱ δόντες ἐγγύησιν διὰ τὴν τράπεζαν (καὶ [[ἑπομένως]] ὑπεύθυνοι ἐὰν πτωχεύσῃ), Δημ. 895. 18· ὁ [[νόμος]]... ἐγγ. ἀλλήλοις τῶν δικαίων Ἀριστ. Πολ. 3. 9, 8· τὸ [[νόμισμα]] [[οἷον]] ἐγγ. [[ὑπὲρ]] τῆς ἀλλαγῆς ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 5. 5, 14.
}}
}}

Revision as of 10:55, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐγγυητής Medium diacritics: ἐγγυητής Low diacritics: εγγυητής Capitals: ΕΓΓΥΗΤΗΣ
Transliteration A: engyētḗs Transliteration B: engyētēs Transliteration C: eggyitis Beta Code: e)gguhth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A one who gives security, surety, guarantor, ἐγγυητὴν καθιστάναι Hdt.1.196, Antipho 5.17, Lys.23.12, IG22.1172.22, etc.; ἄξιος ἐ. τινος Thphr.Char. 18.6; παρέχειν Pl.Lg.871e; λαμβάνειν τινὰ ἐ. D.33.7; διδόναι Plb. 12.16.3, etc.; ἐπ' ἐγγυητῶν ἐκμισθοῦν under securities, X.Vect.3.14; ἐ. τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεως for the money, Pl.Ap.38c; οἱ ἐ. τῆς τραπέζης those who had given security for the bank (and were liable in case of its failure), D.33.10; ὁ νόμος ἐ. ἀλλήλοις τῶν δικαίων Arist.Pol. 1280b11; τὸ νόμισμα οἷον ἐ. ὑπὲρ τῆς ἀλλαγῆς Id.EN1133b12; εἰ μή τις θεῶν ἐστιν ἐ., ὡς . . D.H.11.41.

German (Pape)

[Seite 702] ὁ, der sich verbürgt, Bürge; Antiph. 5, 17; Lys. 13, 24 u. sonst; ἐγγυητὰς καθιστάναι, Bürgen stellen, Antiph. 1, 2; Xen. Hell. 1, 7, 35; Dem. 24, 39; παρέχειν, Plat. Legg. IX, 871 e; Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐγγυητής: -οῦ, ὁ, ὁ ἐγγυώμενος, ἐγγυητὴν καθιστάναι Ἡρόδ. 1. 196, Ἀντιφῶν 131. 23, Λυσ. 132. 5, Συλλογ. Ἐπιγρ. 82, κ. ἀλλ.· παρέχειν Πλάτ. Νόμ. 871Ε· λαμβάνειν Δημ. 894. 17· εἰσφέρειν Συλλ. Ἐπιγρ. 2737b· διδόναι Πολύβ. 12. 16, 3, κτλ.· ἐκμισθοῦν ἐπ’ ἐγγυητῶν, μὲ ἐγγυητάς, Ξεν. Πόροι 3. 14· ἐγγυητὴς τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεως Πλάτ. Ἀπολ. 38Β· οἱ ἐγγ. τῆς τραπέζης, οἱ δόντες ἐγγύησιν διὰ τὴν τράπεζαν (καὶ ἑπομένως ὑπεύθυνοι ἐὰν πτωχεύσῃ), Δημ. 895. 18· ὁ νόμος... ἐγγ. ἀλλήλοις τῶν δικαίων Ἀριστ. Πολ. 3. 9, 8· τὸ νόμισμα οἷον ἐγγ. ὑπὲρ τῆς ἀλλαγῆς ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 5. 5, 14.