ἀναυξής: Difference between revisions
From LSJ
παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names
(13_1) |
(6_7) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0212.png Seite 212]] ές ([[αὔξω]]), nicht vermehrend, Theophr.; nicht gedeihlich, Plut. Syll. 20; – nicht wachsend, Arist. H. A. 6, 15. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0212.png Seite 212]] ές ([[αὔξω]]), nicht vermehrend, Theophr.; nicht gedeihlich, Plut. Syll. 20; – nicht wachsend, Arist. H. A. 6, 15. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀναυξής''': -ές, ([[αὔξω]]) ὁ μὴ [[κατάλληλος]] πρὸς αὔξησιν, ὁ κωλύων τὴν αὔξησιν, [[τόπος]]… ἀναυξὴς Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 2. 3, 3. ΙΙ. ἀμετάβ., ὁ μὴ αὐξανόμενος, ὁ μὴ «μεγαλώνων», Ἱππ. π. Ἄρθρ. 821, καὶ ἀλλ., καὶ ἔστιν αὕτη ἡ [[ἀφύη]] ἀναυξὴς καὶ [[ἄγονος]] Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 15, 4: ― ἄφθαρτον καὶ ἀναυξὲς Ἀριστ. π. Οὐρ 270a. 13. ― «[[ἱππάριον]] ἀναυξὲς» Ἡσύχ. ἐν λέξ. ἰννός | |||
}} | }} |
Revision as of 10:06, 5 August 2017
English (LSJ)
ές,
A not increasing, Thphr.CP4.6.3. II intr., not waxing or growing, Hp.Art.53, Mochl.24,al., Arist.HA569a30, Cael.270a13.
German (Pape)
[Seite 212] ές (αὔξω), nicht vermehrend, Theophr.; nicht gedeihlich, Plut. Syll. 20; – nicht wachsend, Arist. H. A. 6, 15.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναυξής: -ές, (αὔξω) ὁ μὴ κατάλληλος πρὸς αὔξησιν, ὁ κωλύων τὴν αὔξησιν, τόπος… ἀναυξὴς Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 2. 3, 3. ΙΙ. ἀμετάβ., ὁ μὴ αὐξανόμενος, ὁ μὴ «μεγαλώνων», Ἱππ. π. Ἄρθρ. 821, καὶ ἀλλ., καὶ ἔστιν αὕτη ἡ ἀφύη ἀναυξὴς καὶ ἄγονος Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 15, 4: ― ἄφθαρτον καὶ ἀναυξὲς Ἀριστ. π. Οὐρ 270a. 13. ― «ἱππάριον ἀναυξὲς» Ἡσύχ. ἐν λέξ. ἰννός