κλυδάττομαι: Difference between revisions
From LSJ
τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.
(6_2) |
(20) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κλῠδάττομαι''': [[κλυδωνίζομαι]], Διογ. Λ. 5. 66. | |lstext='''κλῠδάττομαι''': [[κλυδωνίζομαι]], Διογ. Λ. 5. 66. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κλυδάττομαι]] (Α)<br />[[κλυδωνίζομαι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. του [[κλυδάζομαι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:24, 29 September 2017
English (LSJ)
A = κλυδωνίζομαι, D.L.5.66.
German (Pape)
[Seite 1456] = κλυδάζομαι, D. L. 5, 66.
Greek (Liddell-Scott)
κλῠδάττομαι: κλυδωνίζομαι, Διογ. Λ. 5. 66.
Greek Monolingual
κλυδάττομαι (Α)
κλυδωνίζομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του κλυδάζομαι.