σαόπτολις: Difference between revisions
From LSJ
(6_12) |
(36) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σαόπτολις''': -ιος, ὁ, ἡ, ὁ σῴζων ἢ ὑπερασπίζων τὰς πόλεις, Κόλουθ. 140, Νόνν. Δ. 41. 395. | |lstext='''σαόπτολις''': -ιος, ὁ, ἡ, ὁ σῴζων ἢ ὑπερασπίζων τὰς πόλεις, Κόλουθ. 140, Νόνν. Δ. 41. 395. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-όλιος, ὁ, ἡ, ΜΑ<br />αυτός που φυλάγει, προστατεύει και σώζει τις πόλεις.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σάος]] / <i>σῶς</i> «[[σώος]]» <span style="color: red;">+</span> [[πτόλις]] / [[πόλις]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:27, 29 September 2017
English (LSJ)
ιος, ὁ, ἡ,
A protecting cities, Supp.Epigr.1.405B1 (Samos, iii A.D.), IG 5(2).153 (Tegea, iv A.D.), Nonn.D.41.395, Coluth.142.
German (Pape)
[Seite 861] städtebeschützend, Coluth. 142 u. a. sp. D., wie Nonn. D. 41, 396.
Greek (Liddell-Scott)
σαόπτολις: -ιος, ὁ, ἡ, ὁ σῴζων ἢ ὑπερασπίζων τὰς πόλεις, Κόλουθ. 140, Νόνν. Δ. 41. 395.
Greek Monolingual
-όλιος, ὁ, ἡ, ΜΑ
αυτός που φυλάγει, προστατεύει και σώζει τις πόλεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάος / σῶς «σώος» + πτόλις / πόλις.