κατακρημνίζω: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_13a)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατακρημνίζω''': μέλλ. -ιῶ, [[ῥίπτω]] κατὰ κρημνοῦ, ἀπολ., <br />Πλουτ. Μάρ. 45., 2. 825Β, κ. ἀλλ.· [[μετὰ]] προσδιορισμοῦ, ἀπὸ… τοῦ κρημνοῦ Ἑβδ. (Β΄ Παραλ. ΚΕ΄, 12), πρβλ. Εὐαγγ. κ. Λουκ. δ΄, 29.― Παθ., Δημ. 446. 12, Πλούτ., κλ. 2) [[καθόλου]], [[ῥίπτω]] «[[κατακέφαλα]]», ἐκ τριηρέων Ξεν. Ἑλλ. 2. 1, 31· ἀπὸ τῶν ἵππων Πολύβ. 3. 116. 12· ἀπὸ τοῦ πύργου Διόδ. 4. 31.― Παθ., ῥίπτομαι πρὸς τὰ [[κάτω]], κατὰ κρημνῶν, ἐὰν δέ τις περὶ τῶν ἱερῶν χρημάτων μνησθῇ, κατακρημνίζεται Δημ. 446, 11, Κύρ. 1. 4, 7., 8. 3, 41.
|lstext='''κατακρημνίζω''': μέλλ. -ιῶ, [[ῥίπτω]] κατὰ κρημνοῦ, ἀπολ., <br />Πλουτ. Μάρ. 45., 2. 825Β, κ. ἀλλ.· [[μετὰ]] προσδιορισμοῦ, ἀπὸ… τοῦ κρημνοῦ Ἑβδ. (Β΄ Παραλ. ΚΕ΄, 12), πρβλ. Εὐαγγ. κ. Λουκ. δ΄, 29.― Παθ., Δημ. 446. 12, Πλούτ., κλ. 2) [[καθόλου]], [[ῥίπτω]] «[[κατακέφαλα]]», ἐκ τριηρέων Ξεν. Ἑλλ. 2. 1, 31· ἀπὸ τῶν ἵππων Πολύβ. 3. 116. 12· ἀπὸ τοῦ πύργου Διόδ. 4. 31.― Παθ., ῥίπτομαι πρὸς τὰ [[κάτω]], κατὰ κρημνῶν, ἐὰν δέ τις περὶ τῶν ἱερῶν χρημάτων μνησθῇ, κατακρημνίζεται Δημ. 446, 11, Κύρ. 1. 4, 7., 8. 3, 41.
}}
{{bailly
|btext=précipiter de haut en bas.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[κρημνίζω]].
}}
}}