θρίαμβος: Difference between revisions
(6_14) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''θρίαμβος''': ὁ, [[ὕμνος]] εἰς τὸν Βάκχον, ᾀδόμενος ἐν ἑορταστικαῖς πομπαῖς εἰς τιμὴν [[αὐτοῦ]], Κρατῖν. «Διδύμ.» 1. 2) ὡς [[ὄνομα]] τοῦ Βάκχου, Διόδ. 4. 5, Ἀθήν. 30Β, Πλούτ. ἐν Μαρκέλλ. 22, Ἀρρ. Ἀνάβ. 6. 28 ἴδε τὸ προηγ. ΙΙ. ἐν χρήσει πρὸς ἔκφρασιν τοῦ Ρωμαϊκοῦ triumphus, [[ὅπερ]] φαίνεται νὰ [[εἶναι]] γλωσσικῶς συγγενές, Πολύβ. 6. 15, 8, Μνημ. Ἀγκύρ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 4040. 11. 18, Πλούτ. Ποπλικ. 20, κτλ.· ὁ [[μέγας]] θρ., ἀντίθετον τῷ ὁ [[ἐλάττων]] θρ., ovatio, Διον. Ἁλ. 8. 67, Πλούτ. Μαρκ. 22. (Ὁ [[τύπος]] τῆς λέξεως μᾶς ὑπομιμνήσκει τὸ [[ἴαμβος]] ([[ἰάπτω]]), ἴδε ἐν λ.· ἀλλ’ ἡ ἀρχὴ τῆς πρώτης συλλ. [[εἶναι]] [[ἄγνωστος]]). | |lstext='''θρίαμβος''': ὁ, [[ὕμνος]] εἰς τὸν Βάκχον, ᾀδόμενος ἐν ἑορταστικαῖς πομπαῖς εἰς τιμὴν [[αὐτοῦ]], Κρατῖν. «Διδύμ.» 1. 2) ὡς [[ὄνομα]] τοῦ Βάκχου, Διόδ. 4. 5, Ἀθήν. 30Β, Πλούτ. ἐν Μαρκέλλ. 22, Ἀρρ. Ἀνάβ. 6. 28 ἴδε τὸ προηγ. ΙΙ. ἐν χρήσει πρὸς ἔκφρασιν τοῦ Ρωμαϊκοῦ triumphus, [[ὅπερ]] φαίνεται νὰ [[εἶναι]] γλωσσικῶς συγγενές, Πολύβ. 6. 15, 8, Μνημ. Ἀγκύρ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 4040. 11. 18, Πλούτ. Ποπλικ. 20, κτλ.· ὁ [[μέγας]] θρ., ἀντίθετον τῷ ὁ [[ἐλάττων]] θρ., ovatio, Διον. Ἁλ. 8. 67, Πλούτ. Μαρκ. 22. (Ὁ [[τύπος]] τῆς λέξεως μᾶς ὑπομιμνήσκει τὸ [[ἴαμβος]] ([[ἰάπτω]]), ἴδε ἐν λ.· ἀλλ’ ἡ ἀρχὴ τῆς πρώτης συλλ. [[εἶναι]] [[ἄγνωστος]]). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> hymne chanté aux fêtes de Bacchus ; surn. de Bacchus;<br /><b>2</b> <i>chez les Romains</i>, cérémonie du triomphe ; ὁ [[μέγας]] [[θρίαμβος]] PLUT le grand triomphe, <i>p. opp. à</i> ὁ [[ἐλάττων]] [[θρίαμβος]] le petit triomphe, <i>lat.</i> ovatio.<br />'''Étymologie:''' cf. [[θόρυβος]] ; sel. d’autres, apparenté à [[διθύραμβος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:59, 9 August 2017
English (LSJ)
[ῐ], ὁ,
A hymn to Dionysus, sung in festal processions to his honour, Cratin.36. 2 epith. of Dionysus, Trag.Adesp.140, D.S. 4.5, Ath.1.30b, Plu.Marc.22, Arr.An.6.28.2. 3 metaph., scandal, δεδιὼς τὸν ἐκ λόγων θ. Conon 31.1. II = Lat. triumphus (which is borrowed fr. θ. through Etruscan), Plb.6.15.8, D.S.12.64, Mon. Anc.Gr.2.20, SIG804.9 (Cos, i A.D.), Plu.Publ.20, etc.; ὁ μέγας θ. the triumph, opp. ὁ ἐλάττων θ. ovatio, Id.Marc.22, cf. D.H.8.67; ὁ πεζὸς θ.,= ovatio, Id.9.36. (For the termination perh. cf. ἴαμβος, διθύραμβος, but the origin of θρι- is unknown.)
German (Pape)
[Seite 1218] ὁ, 1) ursprünglich Beiname des Dionysus, D. Sic. 4, 5 Plut. Marcell, 22 Ath. I, 30 b, bei Suid. aus θηρίαμβος erkl., διότι ἐπὶ θηρῶν, τουτέστιν ἐπὶ λεόντων βέβηκε; nach Andern von θρῖον abzuleiten, weil die Knaben bei den Festaufzügen des Dionysus Feigenblätter hielten; gewiß mit διθύραμβος verwandt; – Festlied u. Festzug zu Ehren des Bacchus, vgl. Cratin. bei Suid. v. ἀναρύτειν. – 2) bei den röm. Historikern = Triumph; θρίαμβον ἄγειν, einen Tr. halten, Plut. Popl. 23, εἰσάγειν, Marcell. 92, κατάγειν, Caes. 55, ἐκ πολέμων κατάγειν, Fab. M. 24; διὰ θριάμβων εἰσελαύνειν Cic. 22; κατά τινος, über Jem., Ant.84.
Greek (Liddell-Scott)
θρίαμβος: ὁ, ὕμνος εἰς τὸν Βάκχον, ᾀδόμενος ἐν ἑορταστικαῖς πομπαῖς εἰς τιμὴν αὐτοῦ, Κρατῖν. «Διδύμ.» 1. 2) ὡς ὄνομα τοῦ Βάκχου, Διόδ. 4. 5, Ἀθήν. 30Β, Πλούτ. ἐν Μαρκέλλ. 22, Ἀρρ. Ἀνάβ. 6. 28 ἴδε τὸ προηγ. ΙΙ. ἐν χρήσει πρὸς ἔκφρασιν τοῦ Ρωμαϊκοῦ triumphus, ὅπερ φαίνεται νὰ εἶναι γλωσσικῶς συγγενές, Πολύβ. 6. 15, 8, Μνημ. Ἀγκύρ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 4040. 11. 18, Πλούτ. Ποπλικ. 20, κτλ.· ὁ μέγας θρ., ἀντίθετον τῷ ὁ ἐλάττων θρ., ovatio, Διον. Ἁλ. 8. 67, Πλούτ. Μαρκ. 22. (Ὁ τύπος τῆς λέξεως μᾶς ὑπομιμνήσκει τὸ ἴαμβος (ἰάπτω), ἴδε ἐν λ.· ἀλλ’ ἡ ἀρχὴ τῆς πρώτης συλλ. εἶναι ἄγνωστος).
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
1 hymne chanté aux fêtes de Bacchus ; surn. de Bacchus;
2 chez les Romains, cérémonie du triomphe ; ὁ μέγας θρίαμβος PLUT le grand triomphe, p. opp. à ὁ ἐλάττων θρίαμβος le petit triomphe, lat. ovatio.
Étymologie: cf. θόρυβος ; sel. d’autres, apparenté à διθύραμβος.