ἰθύλορδος: Difference between revisions
From LSJ
ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware
(6_11) |
(17) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἰθύλορδος''': -η, -ον, ἴδε ἰθύκυφος. | |lstext='''ἰθύλορδος''': -η, -ον, ἴδε ἰθύκυφος. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἰθύλορδος]], -ον, θηλ. και ἱθυλόρδη (Α)<br />(για το [[κάτω]] [[τμήμα]] της σπονδυλικής στήλης) [[κυρτός]] στο μπροστινό [[μέρος]] ή που φαίνεται [[ίσιος]] από [[μπροστά]] και [[κυρτός]] [[προς]] τα [[εμπρός]] από τα [[πλάγια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰθύς]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[λορδός]] «[[κυρτός]]»]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:18, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 1245] gerade vorwärts gebogen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἰθύλορδος: -η, -ον, ἴδε ἰθύκυφος.
Greek Monolingual
ἰθύλορδος, -ον, θηλ. και ἱθυλόρδη (Α)
(για το κάτω τμήμα της σπονδυλικής στήλης) κυρτός στο μπροστινό μέρος ή που φαίνεται ίσιος από μπροστά και κυρτός προς τα εμπρός από τα πλάγια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰθύς (Ι) + λορδός «κυρτός»].