ἱππαλεκτρυών: Difference between revisions

From LSJ

οὐ κύριος ὑπὲρ μέδιμνόν ἐστ' ἀνὴρ οὐδεὶς ἔτι → he is no better than a woman, no man is any longer permitted to transact business over the one-bushel limit?

Source
(6_19)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἱππᾰλεκτρῠών''': -όνος, ὁ, [[ἵππος]] καὶ [[ἀλεκτρυών]], [[γρύψ]], μυθῶδές τι [[ζῷον]] ἐν Αἰσχύλ. (Ἀποσπ. 137) παρὰ Σχολ. ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 1177, πρβλ. Βατρ. 937, 959, Ὄρν. 800. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[ἱππαλεκτρυών]]· τὸν μέγαν ἀλεκτρυόνα, ἢ τὸν γραφόμενον ἐν τοῖς Περσικοῖς περιστρώμασι, γράφονται δὲ [[οἷον]] γρῦπες. [[ἔνιοι]] γῦπα».
|lstext='''ἱππᾰλεκτρῠών''': -όνος, ὁ, [[ἵππος]] καὶ [[ἀλεκτρυών]], [[γρύψ]], μυθῶδές τι [[ζῷον]] ἐν Αἰσχύλ. (Ἀποσπ. 137) παρὰ Σχολ. ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 1177, πρβλ. Βατρ. 937, 959, Ὄρν. 800. - Καθ’ Ἡσύχ.: «[[ἱππαλεκτρυών]]· τὸν μέγαν ἀλεκτρυόνα, ἢ τὸν γραφόμενον ἐν τοῖς Περσικοῖς περιστρώμασι, γράφονται δὲ [[οἷον]] γρῦπες. [[ἔνιοι]] γῦπα».
}}
{{bailly
|btext=όνος (ὁ) :<br />animal fantastique, moitié cheval moitié coq.<br />'''Étymologie:''' [[ἵππος]], [[ἀλεκτρυών]].
}}
}}

Revision as of 19:59, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱππᾰλεκτρῠών Medium diacritics: ἱππαλεκτρυών Low diacritics: ιππαλεκτρυών Capitals: ΙΠΠΑΛΕΚΤΡΥΩΝ
Transliteration A: hippalektryṓn Transliteration B: hippalektryōn Transliteration C: ippalektryon Beta Code: i(ppalektruw/n

English (LSJ)

όνος, ὁ,

   A horsecock, gryphon, a fabulous animal in A.Fr.134, cf. Ar.Ra.932, Av. 800.

German (Pape)

[Seite 1257] όνος, ὁ, Roßhahn, ein Fabelthier auf persischen Teppichen, Ar. Ran. 937 aus Aesch. (vgl. Schol.), Av. 800 Pax 1177.

Greek (Liddell-Scott)

ἱππᾰλεκτρῠών: -όνος, ὁ, ἵππος καὶ ἀλεκτρυών, γρύψ, μυθῶδές τι ζῷον ἐν Αἰσχύλ. (Ἀποσπ. 137) παρὰ Σχολ. ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 1177, πρβλ. Βατρ. 937, 959, Ὄρν. 800. - Καθ’ Ἡσύχ.: «ἱππαλεκτρυών· τὸν μέγαν ἀλεκτρυόνα, ἢ τὸν γραφόμενον ἐν τοῖς Περσικοῖς περιστρώμασι, γράφονται δὲ οἷον γρῦπες. ἔνιοι γῦπα».

French (Bailly abrégé)

όνος (ὁ) :
animal fantastique, moitié cheval moitié coq.
Étymologie: ἵππος, ἀλεκτρυών.