διαπόρφυρος: Difference between revisions

big3_11
(6_16)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαπόρφῠρος''': -ον, [[ἀνάμικτος]] μὲ πορφύραν, [[ὑποπόρφυρος]], Διοσκ. 1. 10, Μέλισσα (Gale’s Opusc. σ. 749).
|lstext='''διαπόρφῠρος''': -ον, [[ἀνάμικτος]] μὲ πορφύραν, [[ὑποπόρφυρος]], Διοσκ. 1. 10, Μέλισσα (Gale’s Opusc. σ. 749).
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[de color púrpura]], [[teñido de púrpura]]de un vestido, Pythag.<i>Ep</i>.3.1, de plantas [[ἄνθη]] ... διαπόρφυρα Dsc.1.11, δρακόντιον ... διαπόρφυρον τοῖς σπίλοις Dsc.2.166, cf. Orib.11.δ.11.
}}
}}