μονομάχημα: Difference between revisions
From LSJ
Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort
(6_21) |
(25) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μονομάχημα''': τό, [[μονομαχία]], Εὐστ. 387. 5. | |lstext='''μονομάχημα''': τό, [[μονομαχία]], Εὐστ. 387. 5. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μονομάχημα]] και μονομάχισμα, τὸ (Μ) [[μονομαχώ]]<br />[[μονομαχία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:39, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A single combat, Eust.387.5.
German (Pape)
[Seite 204] τό, der Zweikampf, Eust. 387, 6.
Greek (Liddell-Scott)
μονομάχημα: τό, μονομαχία, Εὐστ. 387. 5.
Greek Monolingual
μονομάχημα και μονομάχισμα, τὸ (Μ) μονομαχώ
μονομαχία.