ἀπεκλέγομαι: Difference between revisions

From LSJ

νεκρὸν ἐάν ποτ' ἴδηις καὶ μνήματα κωφὰ παράγηις κοινὸν ἔσοπτρον ὁρᾶις· ὁ θανὼν οὕτως προσεδόκα → whenever you see a body dead, or pass by silent tombs, you look into the mirror of all men's destiny: the dead man expected nothing else | if you ever see a corpse or walk by quiet graves, that's when you look into the mirror we all share: the dead expected this

Source
(6_14)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπεκλέγομαι''': μέσ. [[διαλέγω]] καὶ [[ἀπορρίπτω]] τὰ μὴ καλά, [[ἀποχωρίζω]], τὴν μέντοι μέλαιναν καὶ δυσκάτακτον ἀπεκλέγου Διοσκ. π. Ὕλ. Ἰατρ. Γ. 22 (25).
|lstext='''ἀπεκλέγομαι''': μέσ. [[διαλέγω]] καὶ [[ἀπορρίπτω]] τὰ μὴ καλά, [[ἀποχωρίζω]], τὴν μέντοι μέλαιναν καὶ δυσκάτακτον ἀπεκλέγου Διοσκ. π. Ὕλ. Ἰατρ. Γ. 22 (25).
}}
{{DGE
|dgtxt=[[desechar]]de una planta ἣν [[δεῖ]] ἀπεκλέγεσθαι Dsc.1.7, ζῆν ... ἀπεκλεγομένους ... τὰ παρὰ φύσιν Antip.<i>Stoic</i>.3.252, τὰ (τῶν ἀδιαφόρων) ἀπεκλέγεται Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.29, cf. Arr.<i>Epict</i>.4.7.40.
}}
}}

Revision as of 12:15, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπεκλέγομαι Medium diacritics: ἀπεκλέγομαι Low diacritics: απεκλέγομαι Capitals: ΑΠΕΚΛΕΓΟΜΑΙ
Transliteration A: apeklégomai Transliteration B: apeklegomai Transliteration C: apeklegomai Beta Code: a)pekle/gomai

English (LSJ)

   A pick out and reject, Dsc.1.7, Antip.Stoic.3.252, Arr.Epict.4.7.40.

German (Pape)

[Seite 285] beim Auswählen verwerfen, Diosc.; Antip. bei Clem. Al. Strom. 2, 21.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπεκλέγομαι: μέσ. διαλέγω καὶ ἀπορρίπτω τὰ μὴ καλά, ἀποχωρίζω, τὴν μέντοι μέλαιναν καὶ δυσκάτακτον ἀπεκλέγου Διοσκ. π. Ὕλ. Ἰατρ. Γ. 22 (25).

Spanish (DGE)

desecharde una planta ἣν δεῖ ἀπεκλέγεσθαι Dsc.1.7, ζῆν ... ἀπεκλεγομένους ... τὰ παρὰ φύσιν Antip.Stoic.3.252, τὰ (τῶν ἀδιαφόρων) ἀπεκλέγεται Chrysipp.Stoic.3.29, cf. Arr.Epict.4.7.40.