ἀπόπλασις: Difference between revisions
From LSJ
(6_8) |
(1) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπόπλᾰσις''': -εως, ἡ, τὸ ἀποπλάττειν, ἀπομιμεῖσθαι, ἀπεικονίζειν, Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 108 (;). | |lstext='''ἀπόπλᾰσις''': -εως, ἡ, τὸ ἀποπλάττειν, ἀπομιμεῖσθαι, ἀπεικονίζειν, Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 108 (;). | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀπόπλᾰσις:''' εως ἡ изображение, образ Diog. L. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:40, 31 December 2018
German (Pape)
[Seite 319] ἡ, Abbildung, Gestalt, Epicur. bei D. L. 10, 108.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόπλᾰσις: -εως, ἡ, τὸ ἀποπλάττειν, ἀπομιμεῖσθαι, ἀπεικονίζειν, Ἐπίκουρ. παρὰ Διογ. Λ. 10. 108 (;).
Russian (Dvoretsky)
ἀπόπλᾰσις: εως ἡ изображение, образ Diog. L.