μεταπράτης: Difference between revisions

From LSJ

Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονBion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
(6_3)
(25)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταπράτης''': [ᾱ], -ου, ὁ, ὁ εἰς μικρὰς ποσότητας πωλῶν, Σουΐδ.· [[ὡσαύτως]] [[παλιμπράτης]].
|lstext='''μεταπράτης''': [ᾱ], -ου, ὁ, ὁ εἰς μικρὰς ποσότητας πωλῶν, Σουΐδ.· [[ὡσαύτως]] [[παλιμπράτης]].
}}
{{grml
|mltxt=ο (ΑΜ [[μεταπράτης]]) [[μεταπιπράσκω]]<br /><b>1.</b> λειανοπωλητής<br /><b>2.</b> [[μεταπωλητής]] («οι μεταπράτες κερδίζουν αρκετά με τις αυξήσεις τών τιμών»).
}}
}}

Revision as of 07:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταπράτης Medium diacritics: μεταπράτης Low diacritics: μεταπράτης Capitals: ΜΕΤΑΠΡΑΤΗΣ
Transliteration A: metaprátēs Transliteration B: metapratēs Transliteration C: metapratis Beta Code: metapra/ths

English (LSJ)

[ᾱ], ου, ὁ,

   A one who re-sells, Sch.Ptol. Tetr.151, Suid. s.v. μετάβολοι.

German (Pape)

[Seite 153] ὁ, der Wiederverkäufer, Höker, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μεταπράτης: [ᾱ], -ου, ὁ, ὁ εἰς μικρὰς ποσότητας πωλῶν, Σουΐδ.· ὡσαύτως παλιμπράτης.

Greek Monolingual

ο (ΑΜ μεταπράτης) μεταπιπράσκω
1. λειανοπωλητής
2. μεταπωλητής («οι μεταπράτες κερδίζουν αρκετά με τις αυξήσεις τών τιμών»).