ἐτεῇ: Difference between revisions

From LSJ

εἰ μέντοι νόμον τελεῖτε βασιλικὸν κατὰ τὴν γραφήν, Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν, καλῶς ποιεῖτε → Now if you're accomplishing the King's Law according to scripture — Thou shalt love thy neighbour as thyself — you're doing the right thing (James 2:8)

Source
(6_6)
(14)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐτεῇ''': ἐπίρρ. τοῦ [[ἐτεός]], πράγματι, ἀληθῶς, Δημόκρ. παρὰ Γαλην. 3. σ. 2· πρβλ. Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 214, Διογ. Λ. 9.72. - Ἐν Ἀπολλ. Ροδ. Β. 1179, ἀντὶ τῆς ἐν Ἀντιγράφῳ γραφῆς ([[Ζεὺς]] αἰτεῖ τὰ ἕκαστ’, ἐπιδέρκεται) τινὲς ἀναγινώσκουσιν: [[ἐτεῇ]] (ἔτι που Ἕρμαννος, ἀτενὲς Merkel, ἐτεὸν Meineke, αὐτὸς Κῶδ. Βατ. κ. Παρισ.)
|lstext='''ἐτεῇ''': ἐπίρρ. τοῦ [[ἐτεός]], πράγματι, ἀληθῶς, Δημόκρ. παρὰ Γαλην. 3. σ. 2· πρβλ. Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 214, Διογ. Λ. 9.72. - Ἐν Ἀπολλ. Ροδ. Β. 1179, ἀντὶ τῆς ἐν Ἀντιγράφῳ γραφῆς ([[Ζεὺς]] αἰτεῖ τὰ ἕκαστ’, ἐπιδέρκεται) τινὲς ἀναγινώσκουσιν: [[ἐτεῇ]] (ἔτι που Ἕρμαννος, ἀτενὲς Merkel, ἐτεὸν Meineke, αὐτὸς Κῶδ. Βατ. κ. Παρισ.)
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐτεῇ]] (Α) [[ετεός]]<br /><b>επίρρ.</b> <b>βλ.</b> [[ετεός]].
}}
}}

Revision as of 07:13, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1047] (dat. tem. von ἐτεός), in der That, in der Wahrheit, Democrit. bei Sext. Emp. pyrrh. 1, 214 adv. log. 1, 136, wo auch ἐτεῆς steht.

Greek (Liddell-Scott)

ἐτεῇ: ἐπίρρ. τοῦ ἐτεός, πράγματι, ἀληθῶς, Δημόκρ. παρὰ Γαλην. 3. σ. 2· πρβλ. Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 214, Διογ. Λ. 9.72. - Ἐν Ἀπολλ. Ροδ. Β. 1179, ἀντὶ τῆς ἐν Ἀντιγράφῳ γραφῆς (Ζεὺς αἰτεῖ τὰ ἕκαστ’, ἐπιδέρκεται) τινὲς ἀναγινώσκουσιν: ἐτεῇ (ἔτι που Ἕρμαννος, ἀτενὲς Merkel, ἐτεὸν Meineke, αὐτὸς Κῶδ. Βατ. κ. Παρισ.)

Greek Monolingual

ἐτεῇ (Α) ετεός
επίρρ. βλ. ετεός.