φοβητικός: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_11)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φοβητικός''': -ή, -όν, ὑποκείμενος εἰς φόβον, [[δειλός]], Ἀριστ Πολιτ. 8. 7, 5.
|lstext='''φοβητικός''': -ή, -όν, ὑποκείμενος εἰς φόβον, [[δειλός]], Ἀριστ Πολιτ. 8. 7, 5.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />craintif, timide.<br />'''Étymologie:''' [[φοβέω]].
}}
}}