ἐμβολοειδής: Difference between revisions

From LSJ

ἐβόα καὶ βαρβαρικῶς καὶ Ἑλληνικῶς → shouted out both in Persian and Greek, shouted out in the barbarian tongue and in Greek

Source
(big3_14b)
(11)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ές<br />[[en forma de perno o cuña]] κατὰ σχῆμα ... ἐμβολοειδές Ascl.<i>Tact</i>.7.2, cf. 3, Arr.<i>Tact</i>.16.6.
|dgtxt=-ές<br />[[en forma de perno o cuña]] κατὰ σχῆμα ... ἐμβολοειδές Ascl.<i>Tact</i>.7.2, cf. 3, Arr.<i>Tact</i>.16.6.
}}
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[ἐμβολοειδής]], -ές)<br />όμοιος με [[έμβολο]].
}}
}}

Revision as of 06:32, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμβολοειδής Medium diacritics: ἐμβολοειδής Low diacritics: εμβολοειδής Capitals: ΕΜΒΟΛΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: emboloeidḗs Transliteration B: emboloeidēs Transliteration C: emvoloeidis Beta Code: e)mboloeidh/s

English (LSJ)

ές,

   A wedge-shaped, σχῆμα Asct.Tact.7.2; τάξις ib.3, Arr.Tact.16.6.

German (Pape)

[Seite 806] keilförmig, τάξις Arr. tact.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμβολοειδής: -ές, ἔχων σχῆμα ἐμβόλου, τάξις Ἀρρ. Τακτ. 44.

Spanish (DGE)

-ές
en forma de perno o cuña κατὰ σχῆμα ... ἐμβολοειδές Ascl.Tact.7.2, cf. 3, Arr.Tact.16.6.

Greek Monolingual

-ές (Α ἐμβολοειδής, -ές)
όμοιος με έμβολο.