διαμαστιγόω: Difference between revisions
From LSJ
κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education
(big3_11) |
(3) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=[[azotar]], [[flagelar fuertemente]] s.cont., Phld.<i>Rh</i>.2.298<br /><b class="num">•</b>fig. (τὸ ἐν ἡμῖν θυμοειδές) Gal.5.20, en v. pas. (ψυχή) διαμεμαστιγωμένη καὶ οὐλῶν μεστὴ Pl.<i>Grg</i>.524e. | |dgtxt=[[azotar]], [[flagelar fuertemente]] s.cont., Phld.<i>Rh</i>.2.298<br /><b class="num">•</b>fig. (τὸ ἐν ἡμῖν θυμοειδές) Gal.5.20, en v. pas. (ψυχή) διαμεμαστιγωμένη καὶ οὐλῶν μεστὴ Pl.<i>Grg</i>.524e. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''διαμαστῑγόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i>, [[μαστιγώνω]] αυστηρά, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:24, 30 December 2018
English (LSJ)
A scourge severely, Phld.Rh.2.298 S.:—Pass., bear marks of scourging, Pl.Grg.524c.
Greek (Liddell-Scott)
διαμαστῑγόω: αὐστηρῶς μαστιγώνω, Πλάτ. Γοργ. 524Ε.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
fouetter durement.
Étymologie: διά, μαστιγόω.
Spanish (DGE)
azotar, flagelar fuertemente s.cont., Phld.Rh.2.298
•fig. (τὸ ἐν ἡμῖν θυμοειδές) Gal.5.20, en v. pas. (ψυχή) διαμεμαστιγωμένη καὶ οὐλῶν μεστὴ Pl.Grg.524e.
Greek Monotonic
διαμαστῑγόω: μέλ. -ώσω, μαστιγώνω αυστηρά, σε Πλάτ.