γάγγραινα: Difference between revisions

7
(T22)
(7)
Line 27: Line 27:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=γαγγραινης, ἡ ([[γράω]] or [[γραίνω]] to [[gnaw]], [[eat]]), a [[gangrene]], a [[disease]] by [[which]] [[any]] [[part]] of the [[body]] [[suffering]] from [[inflammation]] becomes so [[corrupted]] [[that]], [[unless]] a [[remedy]] be [[seasonably]] applied, the [[evil]] [[continually]] spreads, attacks [[other]] parts, and at [[last]] eats [[away]] the bones: Wetstein (1752) at the [[passage]] cited); [[Plutarch]], diser. am. et adulat. c. 36.)  
|txtha=γαγγραινης, ἡ ([[γράω]] or [[γραίνω]] to [[gnaw]], [[eat]]), a [[gangrene]], a [[disease]] by [[which]] [[any]] [[part]] of the [[body]] [[suffering]] from [[inflammation]] becomes so [[corrupted]] [[that]], [[unless]] a [[remedy]] be [[seasonably]] applied, the [[evil]] [[continually]] spreads, attacks [[other]] parts, and at [[last]] eats [[away]] the bones: Wetstein (1752) at the [[passage]] cited); [[Plutarch]], diser. am. et adulat. c. 36.)  
}}
{{grml
|mltxt=η (AM [[γάγγραινα]])<br /><b>1.</b> τοπική [[νέκρωση]] των ιστών η οποία προέρχεται από [[πληγή]] ή [[απόστημα]] που προκαλεί [[σήψη]]<br /><b>2.</b> [[αιτία]] που βαθμιαία προκαλεί [[μεγάλη]] [[καταστροφή]] («η [[γάγγραινα]] της εμπάθειας καταστρέφει την ομαλή [[πολιτική]] ζωή»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Εκφραστικός [[σχηματισμός]] με αναδιπλασιασμό, και [[επίθημα]] -<i>αινα</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[φαγέδαινα]], λ. με παρόμοια [[σημασία]] και ίδιο [[επίθημα]]). Δεν [[είναι]] γνωστό ποιο [[αρσενικό]] ουσ. χρησιμοποιήθηκε ως [[βάση]] για τον σχηματισμό της λ. Πιθανόν να σχηματίστηκε από τα <i>γάγγρων</i>, <i>γάγγρος</i> ή και <i>γάγγρα</i>, [[ονομασία]] της κατσίκας [[κατά]] τον Αλέξ. Πολυΐστορα (1ος π. Χ. [[αιώνας]]). Οπωσδήποτε η λ. [[πρέπει]] να συνδέεται με το [[γράω]] «[[τρώω]], [[ροκανίζω]]», [[χωρίς]] να [[είναι]] βέβαιο αν ο [[εκφραστικός]] [[αναδιπλασιασμός]] πρωτοεμφανίστηκε στο [[ρήμα]] (<i>γαγγράω</i>, <i>γαγγραίνω</i>) ή στο ουσιαστικό].
}}
}}