ἀνισεπίπεδος: Difference between revisions

From LSJ

Θυμοῦ κρατῆσαι κἀπιθυμίας καλόν → Res pulchra et iram et cupiditatem vincere → Den Zorn zu bändigen und die Begier ist schön

Menander, Monostichoi, 254
(big3_4)
(4)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que tiene superficies planas desiguales]] ἀριθμοί Iambl.<i>in Nic</i>.p.93.
|dgtxt=-ον<br />[[que tiene superficies planas desiguales]] ἀριθμοί Iambl.<i>in Nic</i>.p.93.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνισεπίπεδος]], -ον)<br />αυτός που αποτελείται από επίπεδα άνισα [[μεταξύ]] τους.
}}
}}

Revision as of 06:54, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνῐσεπίπεδος Medium diacritics: ἀνισεπίπεδος Low diacritics: ανισεπίπεδος Capitals: ΑΝΙΣΕΠΙΠΕΔΟΣ
Transliteration A: anisepípedos Transliteration B: anisepipedos Transliteration C: anisepipedos Beta Code: a)nisepi/pedos

English (LSJ)

ον,

   A having unequal plane faces, of certain solid numbers, e.g. βωμίσκος (q.v.), Iamb.in Nic.p.93P.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνισεπίπεδος: -ον, ὁ ἔχων ἄνισον ἐπίπεδον, Ἰαμβλ. ἐν Νικομ. Ἀριθμ.

Spanish (DGE)

-ον
que tiene superficies planas desiguales ἀριθμοί Iambl.in Nic.p.93.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀνισεπίπεδος, -ον)
αυτός που αποτελείται από επίπεδα άνισα μεταξύ τους.