γαλακτοτροφία: Difference between revisions

From LSJ

τίς οὖν ἡ ταύτης περιουσίαν → what is its chance of being saved

Source
(big3_9)
(7)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[lactancia]], [[amamantamiento]] LXX 4<i>Ma</i>.16.7, Ph.2.83, <i>BGU</i> 297.14 (I d.C.), <i>PMich.Teb</i>.121re.1.8.2 (I d.C.), <i>CPGr</i>.1.28.13 (II d.C.), fig. Isid.Pel.<i>Ep</i>.M.78.872A.
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[lactancia]], [[amamantamiento]] LXX 4<i>Ma</i>.16.7, Ph.2.83, <i>BGU</i> 297.14 (I d.C.), <i>PMich.Teb</i>.121re.1.8.2 (I d.C.), <i>CPGr</i>.1.28.13 (II d.C.), fig. Isid.Pel.<i>Ep</i>.M.78.872A.
}}
{{grml
|mltxt=η (AM [[γαλακτοτροφία]])<br />η [[διατροφή]] με [[γάλα]], η [[γαλουχία]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />το να τρέφεται [[κάποιος]] αποκλειστικά ή [[κυρίως]] με [[γάλα]] και με τα παράγωγα του.
}}
}}

Revision as of 07:01, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γᾰλακτοτροφία Medium diacritics: γαλακτοτροφία Low diacritics: γαλακτοτροφία Capitals: ΓΑΛΑΚΤΟΤΡΟΦΙΑ
Transliteration A: galaktotrophía Transliteration B: galaktotrophia Transliteration C: galaktotrofia Beta Code: galaktotrofi/a

English (LSJ)

ἡ, = foreg., LXX 4 Ma.16.7, Ph.2.83, BGU297.14 (i A. D.).

German (Pape)

[Seite 471] ἡ, dasselbe, Philo u. Sp.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
lactancia, amamantamiento LXX 4Ma.16.7, Ph.2.83, BGU 297.14 (I d.C.), PMich.Teb.121re.1.8.2 (I d.C.), CPGr.1.28.13 (II d.C.), fig. Isid.Pel.Ep.M.78.872A.

Greek Monolingual

η (AM γαλακτοτροφία)
η διατροφή με γάλα, η γαλουχία
νεοελλ.
το να τρέφεται κάποιος αποκλειστικά ή κυρίως με γάλα και με τα παράγωγα του.