κεραυνία: Difference between revisions
From LSJ
ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time
(6_9) |
(20) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κεραυνία''': ἡ, [[ὄνομα]] φυτοῦ [[ὅπερ]] ἄλλως καλεῖται ἀείζωον μικρόν, Διοσκ. Νόθ. 4. 90. | |lstext='''κεραυνία''': ἡ, [[ὄνομα]] φυτοῦ [[ὅπερ]] ἄλλως καλεῖται ἀείζωον μικρόν, Διοσκ. Νόθ. 4. 90. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κεραυνία]], ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[κεραύνιος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:23, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A = ἀείζωον μικρόν, Ps.- Dsc.4.89.
Greek (Liddell-Scott)
κεραυνία: ἡ, ὄνομα φυτοῦ ὅπερ ἄλλως καλεῖται ἀείζωον μικρόν, Διοσκ. Νόθ. 4. 90.